Γύρω, γύρω, στη μέση Αδριατική και η καρδιά μας στη Ματέρα (+Βίντεο)


Στο βάθος η Matera
Κείμενο: Κώστας Μανούσος           
Φωτογραφίες: Από τους συμμετέχοντες

Στις ημέρες καραντίνας που βρισκόμαστε λόγω κορονοϊού (Μάρτιος 2020), μου δόθηκε η ευκαιρία να γεμίσω δημιουργικά το χρόνο μου. Έτσι λοιπόν αποφάσισα να ενημερώσω το Blog μου. Ξεκίνησα από τα μεγαλύτερα σε διάρκεια και τα πιο παλιά ταξίδια που είχα γραμμένα σε ημερολόγια. Το Πυρηναία – Χώρα Βάσκων ήταν το πρώτο και τώρα είναι η σειρά του ταξιδιού της επικεφαλίδας. 

Διαβάζοντας το ημερολόγιο του 2018, κοιτώντας τις φωτογραφίες και τα βίντεο για να φρεσκάρω την μνήμη μου, ξαναέκανα το ταξίδι. Μόνο το σώμα είναι σε καραντίνα, η ψυχή ταξιδεύει, θυμάται, ονειρεύεται νέους και παλιούς προορισμούς. 


Πως καταλήξαμε στο ταξίδι

Οι πρώτες γραμμές του ημερολογίου (Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018), με βρίσκουν σε κάποια παραλία της Καλαμάτας να πίνω το καφεδάκι μου και κατά διαστήματα να δροσίζομαι στον Μεσσηνιακό κόλπο. Το ταξίδι θα ξεκινούσε σε 10 μέρες περίπου, με το μυαλό μου όμως έκανα εικόνα την άφιξή μας στο λιμάνι της Βενετίας και οδεύαμε για το εθνικό πάρκο του Triglav στη Σλοβενία!

Το κουδούνισμα του κινητού, κόβει απότομα τις σκέψεις μου. Στην άλλη άκρη της γραμμής μια κυρία από την MINOAN που με πληροφορούσε ότι άλλαξαν οι ώρες αναχώρησης. Αυτό βέβαια μας δημιουργούσε κάποιο πρόβλημα, αλλά ήταν στα πλαίσια του ανεκτού. Στο ταξίδι αυτό (της Σλοβενίας) θα ήμασταν 5 άτομα, με 4 μηχανές: ο Δημήτρης με την Μελίνα, εγώ με την Άντζελα και ο Κυριάκος. Ένας από εμάς δεν είχε εισιτήριο και αυτό επειδή δεν είχε ούτε μηχανή!!! Την είχε παραγγείλει από τον Μάιο και ήταν να την πάρει την Τρίτη 24 Ιουλίου. 

Την επόμενη ημέρα, δέχθηκα ξανά τηλεφώνημα από την MINOAN, που με ενημέρωνε πως άλλαξε το λιμάνι άφιξης του πλοίου: αντί για Βενετία, Ανκόνα και αν θέλαμε μπορούσαμε να ακυρώσουμε τα εισιτήρια, με την επιστροφή των χρημάτων στο ακέραιο. Αυτό μας έβγαζε τελείως εκτός προγραμματισμού. Ενημέρωσα και τους υπόλοιπους για την κατάσταση και αποφασίσαμε να ακυρώσουμε τα εισιτήρια, το ξενοδοχείο και κατά συνέπεια, την εκδρομή όπως την είχαμε αρχικά προγραμματίσει. 

Με τα καινούργια πια δεδομένα, όταν επέστρεψα στην Αθήνα την Δευτέρα 23 Ιουλίου τακτοποίησα το θέμα των εισιτηρίων. Με τον χρόνο να πιέζει, καθώς σε μερικές ημέρες θα ξεκινούσαν να «τρέχουν» οι άδειες, ξεκίνησα να φτιάχνω ένα άλλο ταξίδι, με νέους προορισμούς. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας τα κανάλια και τα social μεταδίδουν όλα την ίδια εικόνα από την Αττική. Φωτιά και καταστροφή. Είναι η Κινέττα και το Μάτι

Την Τρίτη 24 Ιουλίου υποτίθεται πως θα έρχονταν η μηχανή, μια Yamaha Tracer 900 GT, του α-μήχανου, ακόμη Κυριάκου. Την είχε παραγγείλει από την Αθήνα, καθώς από το κατάστημα της Καλαμάτας όπου και κατοικεί, του έδιναν αμφίβολες ημερομηνίες. 

Τις επόμενες ημέρες, ορίστηκε σε γενικές γραμμές το νέο ταξίδι και βγάλαμε νέα ακτοπλοϊκά εισιτήρια αυτή τη φορά για το Brindisi. 

Την Παρασκευή 27 Ιουλίου, μετά από κάποια τηλέφωνα και τις σχετικές «πιέσεις» που είχαν προηγηθεί, ο Κυριάκος παρέλαβε τη μηχανή του, χωρίς όμως τις βαλίτσες (τις παρέλαβε αφού επιστρέψαμε). Ένας μαραθώνιος για να προλάβουμε την έκδοση της άδειας κυκλοφορίας και μετά την ασφάλεια οχήματος. 

Στο καινούργιο ταξίδι, ο Δημήτρης με την Μελίνα αποφάσισαν να μην ακολουθήσουν έτσι μείναμε τρεις, η Άντζελα, εγώ και ο Κυριάκος. Αυτά για την ιστορία το πόσοι και πως καταλήξαμε σε αυτό το ταξίδι. 


Το ταξίδι 

ΤΡΙΤΗ 31 ΙΟΥΛΙΟΥ Αθήνα – Πάτρα - Ηγουμενίτσα 482 Χλμ– Εν πλω 

Στην πραγματικότητα το μόνο που είχαμε οργανώσει, ήταν τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια, την πρώτη διανυκτέρευση και μια διαδρομή στο περίπου (Ιταλία – Αυστρία – Σλοβενία – Ουγγαρία – Σερβία). Στις 31 Ιουλίου αναχωρήσαμε με την Άντζελα από Αθήνα και ο Κυριάκος από Καλαμάτα για να βρεθούμε όλοι μαζί στα ΣΕΑ Κιάτου κατά τη 13:30. Με την Άντζελα κινηθήκαμε από την παλιά εθνική οδό, στο ύψος της Κινέττας όμως, βγήκαμε στον αυτοκινητόδρομο. Η φωτιά που έκαιγε τις προηγούμενες ημέρες είχε κάνει το τοπίο αγνώριστο και μύριζε θάνατο, στο δε Μάτι, στην άλλη πλευρά της Αττικής: ΤΡΑΓΩΔΙΑ. 

Αποδειχθήκαμε Άγγλοι στο ραντεβού μας. Ήπιαμε καφεδάκι, συζητήσαμε για το ταξίδι και ξεκινήσαμε, με την Άντζελα και τον Κυριάκο να έχουν Yamaha Tracer 900 και εγώ με το Beverly 350. Ο προορισμός μας ήταν το λιμάνι της Ηγουμενίτσας και από εκεί για Brindisi. 
Από Κιάτο πήραμε την εθνική μέχρι την Πάτρα και μετά τη γέφυρα του Ρίου – Αντίρριου, κινηθήκαμε προς Αστακό, όπου φάγαμε τα κεφτεδάκια που είχε φτιάξει η Άντζελα. 

Στάση για κεφτεδάκια

Αυτά τα πήγαινε – έλα προς τα λιμάνια για να πάρεις το πλοίο είναι βαρετά και προσπαθώ, όποτε έχω τη δυνατότητα, να τα κάνω σαν εκδρομή. 

Συνεχίσαμε κόστα – κόστα μέχρι την Πρέβεζα. Εδώ έκανε ο Κυριάκος το πρώτο σέρβις των 1000 χλμ στο Tracer. Αργά το απόγευμα φτάσαμε Ηγουμενίτσα. Το πλοίο αναχωρούσε στις 23:00, έτσι είχαμε χρόνο για έναν ακόμη καφέ και να τσιμπήσουμε και κάτι. 

Ακτοπλοϊκά εισιτήρια είχαμε κλείσει με την EUROPEAN SEAWAYS, απλή διαδρομή, τρίκλινη καμπίνα και τρεις μηχανές. Εντάξει, εντάξει! Δύο μηχανές και ένα σκούτερ!!! Πληρώσαμε κατ’ άτομο 50€ για το κρεβάτι και 25€ για τη μηχανή. 

Στο κτίριο που πήγαμε να κάνουμε check-in επικρατούσε ένας μικρός πανικός. Εκεί ο Κυριάκος διαπιστώνει ότι του λείπει η ασφάλεια και η πράσινη κάρτα!!! Ευτυχώς, αυτά δε τα κοιτάνε στο λιμάνι. 

Αφού επιβιβαστήκαμε στο πλοίο και τακτοποιηθήκαμε στην καμπίνα, ξαναέψαξε ο Κυριάκος όλα του τα πράγματα, όμως τίποτα. Για να μην μακρηγορώ, τα είχε βάλει πάνω στο τραπέζι στα ΣΕΑ του Κιάτου. Μετά από τηλεφωνική επικοινωνία με το κατάστημα, επιβεβαιώθηκε. Και τώρα τι; Επικοινωνήσαμε με το ασφαλιστή να μας τα στείλει με e-mail και εμείς έπρεπε κάπου να τα εκτυπώσουμε. Το πρόβλημα ήταν, ότι έπρεπε να βρούμε πράσινη Α4 για να εκτυπώσουμε την πράσινη κάρτα. 

Αφού εντοπίσαμε το πρόβλημα και είχαμε σχέδιο για την επίλυσή του, τότε όλα καλά. Μπυρίτσα στο μπαρ του καραβιού παρέα με νεαρούς οδηγούς νταλίκας και κουβέντα επικαιρότητας. 


ΤΕΤΑΡΤΗ 1 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ Brindisi – Lecce – Martano – Sternatia – Mesagne 173 Χλμ 

Ιταλία

Το πλοίο έδεσε στο λιμάνι του Brindisi κατά τις οκτώ. Μέχρι όμως να βγούμε μέσα από τα σωθικά του είχε περάσει ακόμη μια ώρα. 

Λίγο πριν τις δέκα ήμασταν στο κατάλυμα, το μοναδικό που είχαμε προγραμματίσει, λίγο έξω από το Mesagne (χάρτης) που βρίσκεται 19 χλμ περίπου δυτικά του Brindisi. Εκεί μας περίμενε ο Mino, ιδιοκτήτης του καταλύματος και αφού μας έδειξε τον χώρο, του είπαμε το πρόβλημα με την ασφάλεια του Κυριάκου, την λύση που είχαμε βρει και αν θα μπορούσε να βοηθήσει. 

Του στείλαμε με e-mail τα έγγραφα που μας είχε στείλει ο ασφαλιστής και του τονίσαμε την προσοχή σχετικά με την πράσινη κάρτα. Τα αγγλικά του Ιταλού ήταν ιταλικά-αγγλικά, έτσι είχαμε μια μικρή επιφύλαξη για το αποτέλεσμα. Μας είπε πως το απόγευμα θα περνούσε να τα αφήσει στο δωμάτιο. Η μέρα ήταν μπροστά μας και ξεκινήσαμε για μια βόλτα προς την περιοχή που αποκαλείται Grecia Salentina ή Δεκατρία Χωριά. 

H περιοχή κατοικείται από τους Γκρίκο, δηλαδή τους Έλληνες της Κάτω Ιταλίας. Είναι πληθυσμοί οι οποίοι κατοικούν στην περιοχή από την εποχή του αρχαιοελληνικού αποικισμού της Νότιας Ιταλίας. Η γλώσσα που μιλούν είναι η Γκραικάνικη, διάλεκτος της Ελληνικής με Ιταλικά στοιχεία, που υπολογίζεται ότι στις μέρες μας ομιλείται από περίπου 1000 άτομα. Το Ιταλικό κράτος αναγνώρισε το 1999 την Γκραικάνικη κοινότητα ως ελληνική μειονότητα με εθνικά και γλωσσικά χαρακτηριστικά. Έτσι, η Γκραικάνικη διάλεκτος, που ομιλείται μόνο από τις παλαιότερες γενεές και θεωρείται γλώσσα υπό εξαφάνιση, προστατεύεται πλέον από τον νόμο. 

Ξεκινήσαμε για την πρώτη μας στάση το Lecce (χάρτης). Το Λέτσε το αποκαλούν «η Φλωρεντία του νότου» λόγω των μνημείων μπαρόκ, πολλά από το οποία είναι διακοσμημένα με τον «λίθο της Λέτσε», ένα πέτρωμα ασβεστολιθικό, πολύ εύκολο στην επεξεργασία, που όμοιό του έχει βρεθεί μόνο στην Μάλτα. 

Η πόλη συνδέεται με τον ελληνικό πολιτισμό από την ίδρυσή της και εικάζεται ότι οι Μεσσάπιοι που την ίδρυσαν καταγόντουσαν από την Κρήτη. 

Αφού βολτάραμε στην πόλη, καθίσαμε για ένα καφεδάκι στην κεντρική πλατεία δίπλα σε ένα ρωμαϊκό αμφιθέατρο. 





Αφήσαμε πίσω μας το Λέτσε και συνεχίσαμε νότια από επαρχιακές οδούς που συνδέουν τα χωριά μεταξύ τους. Πόσο μου θύμισε τα μέρη μου, τη Μεσσηνία. Δεξιά και αριστερά του δρόμου γεμάτα ελαιόδεντρα. 

Σε ένα από τα χωριά και πιο συγκεκριμένα στο Martano (Μαρτάνο) (χάρτης) σταματήσαμε για καφέ όπου είδαμε ένα «Αρτοποιείο», όπως μας πληροφορούσε η επιγραφή και πιο πέρα έξω από μια εκκλησία είχε ένα ενημερωτικό κείμενο και στην Ελληνική γλώσσα. 


Στο δρόμο της επιστροφής περάσαμε από Sternatia (Στερνάτια) (χάρτης) που αν και πολύ μικρή πόλη, ζουν οι περισσότεροι Γκρίκο της Grecia Salentina (Γκρέτσια Σαλεντίνα). Εμείς, δυστυχώς, δεν συναντήσαμε σχεδόν κανέναν, γιατί τα χωριά ήταν έρημα από κόσμο. Φαντάζομαι λόγω καλοκαιρινών διακοπών ή ίσως λόγω μεσημεριανής σιέστας. Δεν πειράζει όμως, γιατί υπάρχει η σκέψη να κάνουμε ένα ταξίδι αφιερωμένο μόνο στα Ελληνόφωνα χωριά και την υπόλοιπη Νότια Ιταλία. 


Λίγο μετά τις έξι η ώρα το απόγευμα που επιστρέψαμε στο κατάλυμα, υπήρχε στο δωμάτιο η ασφάλεια και η πράσινη κάρτα του Κυριάκου. Αποστολή επετεύχθη! Για την εξυπηρέτηση ο Mino δεν μας πήρε χρήματα αν και επιμείναμε σε αυτό. 

Το κατάλυμα διέθετε και τζακούζι σε εξωτερικό χώρο και με την ημέρα να ήταν αρκετά ζεστή, μια επίσκεψη ήταν επιβεβλημένη.


Κατά τις 20:00 ξεκινήσαμε για το κέντρο του Mesagne (Μεσάνιε), που απέχει δυο χιλιόμετρα. Αφήσαμε τα μηχανάκια σε ασφαλές μέρος και περιηγηθήκαμε στην παλιά πόλη, η οποία περικλείεται από τείχος του 15ου αιώνα. 

Το κάστρο, οικοδόμημα του 11ου αιώνα, είναι ασφαλώς το πιο αντιπροσωπευτικό μνημείο της πόλης. Το 1195 δόθηκε στο Τευτονικό Τάγμα (γερμανικό τάγμα ιπποτών). Για την ιστορία να αναφέρω πως είχαν παρουσία και στην χώρα μας. 

Σχεδόν σε κάθε γωνία υπάρχει ένα μαγαζί με φαγητό και σχεδόν κάθε στενό καταλήγει σε κάποια εκκλησία, εξ’ ου και «η πόλη με τις 50 εκκλησίες».


Περπάτα – περπάτα, άνοιξε η όρεξη. Καθίσαμε σε μια πιτσαρία, σε μια πλατεία όπου φυσικά υπήρχε εκκλησία. Συζητήσαμε για τα μέρη που επισκεφτήκαμε και για τις επόμενες ημέρες του ταξιδιού. Στο κατάλυμα επιστρέψαμε κατά τις 23:00 αρκετά κουρασμένοι.


ΠΕΜΠΤΗ 2 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ Mesagne – Alberobello – Matera – Faeto 328 Χλμ

Το επόμενο πρωινό μας είχε πλακώσει το «πάπλωμα», έτσι φύγαμε λίγο πιο αργά απ’ ότι υπολογίζαμε το προηγούμενο βράδυ. Η μέρα περιελάμβανε δυο τουριστικά μέρη με το ένα από αυτά να έχει πλούσια ιστορία.

Λίγο πριν τις 12:00 παρκάραμε στο τουριστικό Alberobello (Αλμπερομπέλο), μια μικρή πόλη 11 000 κατοίκων, γνωστή για τα σπίτια με τις κωνικές στέγες, γνωστές σαν «τρούλοι». 



Η τεχνική αυτή χρησιμοποιήθηκε από τον 15ο αιώνα, μιμούμενη τις προϊστορικές καλύβες. Οι οικίσκοι κατασκευάζονταν με ασβεστόλιθους χωρίς κονίαμα για να είναι εύκολη η αποσυναρμολόγηση. 


Ο λόγος ήταν οικονομικός. Με αυτόν τον τρόπο μπορούσαν να αποφύγουν την φορολογία, μιας και τις πρόχειρες αυτές κατασκευές δεν τις θεωρούσαν μόνιμες και ως εκ τούτου μη φορολογήσιμες. 

Σε πολλά σπίτια βλέπουμε θρησκευτικά σύμβολα ζωγραφισμένα με κιμωλία, τα οποία θα ξόρκιζαν το κακό.



Το Αλμπερομπέλο (χάρτης) υποδέχεται εκατοντάδες χιλιάδες τουρίστες ετησίως και το 1996 μπήκε στην λίστα με τα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.


Ευτυχώς τη μέρα που το επισκεφτήκαμε, η τουριστική κίνηση ήταν ήπια. Όχι όμως και η ζέστη, που με τη σειρά της μας «έσπρωξε» σε ένα εστιατόριο για κατανάλωση παγωμένης μπύρας. 


Επιστρέφοντας στο πάρκινγκ, όχι μακριά από εκεί που ήμασταν, πληρώσαμε το αντίτιμο των 3€ έκαστος για τις μηχανές αλλά και για τα πράγματα που αφήσαμε στο γραφείο του πάρκινγκ (κράνη, μπουφάν, κτλ.) 

Συνεχίσαμε για το επόμενο και πιο ενδιαφέρον κομμάτι όλου του ταξιδιού τη Matera (Ματέρα). Πηγαίνοντας προς τα εκεί, ξαφνικά ξέσπασε μπόρα. Ευτυχώς δεν κράτησε πολύ. Τα αδιάβροχα δεν τα γλυτώσαμε. 

Λίγο πριν τη Ματέρα (χάρτης) υπάρχει μια τοποθεσία (Belvedere su Matera e Sassi) που προσφέρει πανοραμική θέα της πόλης και ωραίες φωτογραφικές - βίντεο λήψεις.
Θέα της Ματέρα από το Belvedere

Μετά τις απαραίτητες φωτογραφίες, κόψαμε πορεία για την πλευρά της πόλης που είχαμε μόλις φωτογραφήσει. Έπρεπε να κάνουμε ένα μικρό κύκλο καθώς τα δυο σημεία τα χωρίζει ένα φαράγγι και στο χείλος του φαραγγιού βρίσκονται τα «Sassi di Matera" (οι σπηλιές της Ματέρα). Είναι κατοικίες λαξευμένες στον βράχο, που κατοικούνταν από τρωγλοδύτες από την παλαιολιθική περίοδο.


Παρόλο που η βροχή είχε σταματήσει πολύ νωρίτερα, οι λιθόστρωτοι δρόμοι της Ματέρα ήταν ακόμα βρεγμένοι. Εκεί, η Άντζελα παραλίγο να έχει πτώση λόγω της ολισθηρότητας. Όχι ότι εμείς πηγαίναμε αεράτοι. Την ακούσαμε λίγο. 

Παρκάραμε δίπλα σε μια καφετέρια όπου είχαμε σκοπό να καθίσουμε. Δε προλάβαμε να μπούμε στο μαγαζί και άρχισε να ρίχνει «καρέκλες». Τυχεροί σταθήκαμε. Ήπιαμε το καφεδάκι μας, φάγαμε το κατιτί μας και φωτογραφήσαμε το μαγαζί που ήταν μια από τις εκατοντάδες σπηλιές της πόλης.


Κάπου εκεί μας έκανε τη χάρη ο καιρός και άνοιξε πάλι, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να περιηγηθούμε στα γλιστερά λιθόστρωτα σοκάκια. Ο Κυριάκος δεν ακολούθησε. Εκτέλεσε χρέη σκοπού στις μηχανές.



Όσο περπατάμε σε αυτή την υπέροχη ιστορική πόλη να σας ξετυλίξω μερικές πτυχές της ιστορίας της: 

Η Ματέρα είναι μια από τις αρχαιότερες συνεχόμενα κατοικημένες πόλεις του κόσμου. 

Αυτό μέχρι την δεκαετία του 1950. Η κατάσταση στην πόλη είχε οξυνθεί τόσο, ώστε η Ματέρα αποκαλούνταν «η ντροπή της Ιταλίας». Δεν υπήρχε τρεχούμενο νερό, αποχετευτικό σύστημα και ηλεκτρικό. Άνθρωποι και ζώα μαζί στον ίδιο χώρο. Οι αρρώστιες όπως ο τύφος και η χολέρα θέριζαν και η παιδική θνησιμότητα είχε ανέβει στα 40%. Όπως είπε ένας πρώην δήμαρχος της πόλης: «Ήταν το πρότυπο της μιζέριας και της φτώχειας». 

Το 1952 χτίστηκαν νέες κατοικίες και οι 16 000 κάτοικοι αναγκάστηκαν να αφήσουν τις σπηλιές και να μεταφερθούν σε διαμερίσματα.


Ως το 1986 η πόλη έμοιαζε με πόλη-φάντασμα. Υπήρχαν σκέψεις μέχρι και να καταστρέψουν τον βράχο. Ευτυχώς, η τύχη της Ματέρα γυρίζει το 1986 μετά την ψήφιση νόμου, οπότε ενθαρρύνονται οι κάτοικοι να επιστρέψουν στις παλιές κατοικίες, ανακαινίζοντας βέβαια τις σπηλιές. 

Σήμερα, πολλές από τις σπηλιές έχουν μετατραπεί σε ξενοδοχεία, καταστήματα και καφέ. 

400 000 τουρίστες επισκέπτονται ετησίως την πόλη-μνημείο, χωρίς όμως να αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι σε ένα υπέρ-τουριστικό αξιοθέατο όπως το Αλμπερομπέλο.

Το 1993 τα σάσσι της Ματέρα χαρακτηρίστηκαν Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς και το 2019 κηρύχθηκε Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης. 

Έχει αποτελέσει το σκηνικό για πολλές ταινίες, όπως "Το πάθος του Χριστού" από τον Μελ Γκίμπσον το 2004. Και πράγματι, περπατώντας σε αυτήν την εκπληκτική πόλη, είναι σαν να γυρίζεις πίσω στον χρόνο.


Κατά την επιστροφή μας προς την καφετέρια συζητούσαμε με την Άντζελα πως θα ήταν η ζωή των ανθρώπων αυτών που ζούσαν εκεί μέχρι το 1950. Ο Κυριακός εκτέλεσε στο ακέραιο τα καθήκοντα του σκοπού, ο οποίος μας περίμενε υπομονετικά να επιστρέψουμε. Είχαμε μια ανησυχία για το πως θα ανέβουμε προς τον κεντρικό ασφαλτοστρωμένο δρόμο, καθώς η βροχούλα έκανε πάλι την εμφάνισή της. Εγώ με τον Κυριάκο μεταφέραμε και τις τρεις μηχανές στον κεντρικό, όπως είχαμε κάνει και κατά την κάθοδο. Κατά τη διάρκεια της παραπάνω διαδικασίας, στην είσοδο του λιθόστρωτου συναντήσαμε ένα ζευγάρι γερμανών με ένα BMW 800 GS, οι οποίοι μας ρώτησαν για την κατάσταση του δρόμου. Τους αναφέραμε την δυσκολία και την επικινδυνότητα που είχε λόγω της βροχής. Στο τελικό ανέβασμα βλέπουμε το BMW ξάπλα σε μια στροφή και το οδηγό να μας κάνει σινιάλο πως είναι καλά.

Μετά την καταιγίδα
Η ώρα είχε ήδη πάει 16:30 και έπρεπε να καλύψουμε 180 χλμ ακόμα μέχρι το κατάλυμά μας στο Faeto (Φαέτο). Το κατάλυμα το είχαμε κλείσει την προηγούμενη ημέρα. Έτσι κάναμε για και όλα τα υπόλοιπα, κλείναμε την προηγούμενη για την επόμενη, εκτός από αυτό της Αυστρίας. 

Μετά από μερικά χιλιόμετρα η βροχούλα «πάσαρε» σε μια μπόρα άνευ προηγουμένου. Οι κεραυνοί έπεφταν πολύ κοντά μας, με τις βροντές να είναι εκκωφαντικές. Ευτυχώς που το φαινόμενο διήρκεσε λίγο. 

Όταν φτάσαμε πια στο Φαέτο (χάρτης), είχε νυχτώσει. Η τοποθεσία του καταλύματος κάπως δύσκολη, το κατάλυμα όμως ήταν τέλειο. 

Faeto - Όλο το σπίτι στην διάθεσή μας
Ο Ιδιοκτήτης, ένας νεαρός του οποίου το όνομα μου διαφεύγει και για την περιγραφή θα τον βαφτίσω ‘Τζοβάνι’, είναι κοινωνικός, ευχάριστος και μιλάει σπαστά αγγλικά (μεγάλο προσόν). Καθώς η ώρα ήταν περασμένη για τα εκεί δεδομένα, τον ρωτήσαμε που μπορούσαμε να φάμε και φυσικά μας πήγε σε πιτσαρία που την είχαν γνωστοί του. Και πώς να μην είναι, αφού το Φαέτο είναι μια μικρή ορεινή πόλη 800 κατοίκων στην οροσειρά των Απεννίνων σε υψόμετρο 860 μέτρων (τίνους είσαι εσύ;). 


Με τον Τζοβάνι και την παρέα των ιδιοκτητών της πιτσαρίας, μετά βέβαια τις κατάλληλες συστάσεις, περάσαμε το υπόλοιπο της βραδιάς. Κάποια στιγμή ο Τζοβάνι ζητάει ένα χαρτάκι για τσιγάρο, του προσφέρουμε αλλά δεν καταλάβαμε καλά! Ήθελε το χαρτονάκι από τα χαρτάκια και λίγο καπνό και με «κάτι» που πρόσθεσε ο ίδιος, έκανε το δικό του τσιγαράκι. Ρε τον Τζοβάνι!!!


Η Ιταλία έχει πολλές διαλέκτους και στην περιοχή του Φαέτο μιλούν μια από αυτές, την Faetar, που συγκαταλέγεται στις υπό εξαφάνιση γλώσσες της UNESCO. Η γλώσσα διαμορφώθηκε μετά την εγκατάσταση πολεμιστών που προέρχονταν από την Προβηγκία της Γαλλίας. Λίγοι γνωρίζουν για την διάλεκτο του Φαέτο, καθώς είναι πιο γνωστό για το προσούτο της (Prosciutto di Faeto) που γίνεται από την εκτροφή μαύρου χοίρου. 


Πηγαίνοντας προς το κατάλυμα επικρατεί σιωπή, ο μόνος θόρυβος είναι η περπατησιά μας. Τι ησυχία!


ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 3 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ Faeto – Madonna della Strada 305 Χλμ


Ακόμη μια μέρα που μας πλάκωσε το πάπλωμα. Δικαιολογημένα όμως. Το θερμόμετρο έδειχνε 12 βαθμούς και η συννεφιά ήταν βαριά. Πρωινή προετοιμασία και ένδυση πιο χειμερινή. Το φως της ημέρας, μας φανέρωσε ένα καταπράσινο τοπίο. 

Η διαδρομή μας ήταν Faeto - Campobasso – Isernia – Madonna della strada (L’Aquila), με κάποιες παρακάμψεις και εξηγώ. 

Όταν δεν έχεις προγραμματίσει το ταξίδι και δεν έχεις ρίξει μια ματιά στις διαδρομές που έχεις σκοπό να ακολουθήσεις, είναι πιθανό να βρεθείς προ εκπλήξεων. Όχι ότι είναι κακό αυτό. Άλλωστε όλα αποτελούν μέρος της εκδρομής και έτσι χτίζεις εμπειρία. 

Δίνοντας στο GPS τον τελικό προορισμό με τις ενδιάμεσες στάσεις, με τις επιλογές της διαδρομής να είναι χωρίς διόδια, συντομότερη οδό και αποφυγή χωματόδρομου, μου βγάζει μια ωραιότατη πορεία, την οποία κάνω προεπισκόπηση και βλέπω ότι είναι εντάξει. Εμ, όμως που δεν ήταν. Ξεκινήσαμε καλά, αλλά όσο πηγαίναμε, η άσφαλτος όλο και έδινε τη θέση της στο χώμα, μέχρι που το χώμα παντρεύτηκε κάτι γούβες «ΝΑ», που λέμε και στα μέρη μου. Σταματήσαμε για μια γρήγορη σύσκεψη και προχωράω μόνος να ελέγξω τη συνέχεια του δρόμου. Που να πάνε αυτά τα παλιό Tracer; Τα λυπήθηκα (χαχαχαχα)! Μεταβολή και συνέχεια από τον αμέσως πιο κεντρικό δρόμο μέχρι το χωριό Roseto Valfortore (χάρτης). 

Η ώρα ήταν 12:30 και είχαμε καλύψει κάτι λιγότερο από 20 χλμ! Έξω απ’ το χωριό έχει ένα βενζινάδικο. Σταματήσαμε να φουλάρουμε και τότε ξεκίνησε η βροχή. Η πρόωρη στάση στο χωριό επιβεβλημένη από τις συνθήκες. Μπήκαμε στο χωριό υπό τη συνοδεία βροντών. Παρκάραμε γρήγορα τα μηχανάκια και βρήκαμε καταφύγιο κάτω από τις ομπρέλες μιας καφετέριας. 

Καλοντυμένος κόσμος πήγαινε και έρχονταν και ας είχε παλιόκαιρο. Όπως συζητούσαμε, μας πλησίασε μια κυρία και μας μίλησε στα ελληνικά. Είναι από την Κύπρο, παντρεμένη με Ιταλό από το χωριό και ζουν στην Αγγλία. Έχουν γυρίσει για ένα γάμο μιας ξαδέλφης του άντρα της. Έτσι εξηγείται όλος αυτός ο περιποιημένος κόσμος. Σήμερα γάμος γίνεται.


Το επόμενο μισάωρο, που είχε κόψει η βροχή, παρελαύνει το ζευγάρι, με το χωριό από πίσω να ακολουθεί. 


Ο χρόνος δεν χάζευε όπως εμείς, κυλούσε. Όση ώρα ήμασταν στο χωριό βγάλαμε νέες διαδρομές, χωρίς ωστόσο να έχουμε κλείσει κάποιο κατάλυμα για το βράδυ. 

Καβαλήσαμε τα μηχανάκια με κατεύθυνση βόρεια. Η συννεφιά βαριά, αλλά μας κάνει τη χάρη για το υπόλοιπο της ημέρας να κρατηθεί. Η άσφαλτος σιγά – σιγά στέγνωνε και ο ρυθμός όλο ένα και ανέβαινε όσο δηλαδή μπορούσαν αυτά τα Tracer!… 

Φτάσαμε Isernia περίπου στις 15:30 και αράξαμε σε ένα καφέ σε ένα πάρκο. Μέχρι στιγμής είχαμε καλύψει μόλις 150 χλμ και θέλαμε να κάνουμε άλλα τόσα. Έτσι λοιπόν η Άντζελα έβγαλε το κινητό, μπήκε στο Booking και μας έκλεισε κατάλυμα στη Madonna della strada (χάρτης) κοντά στην πόλη L’Aquila. 


Αυτό που μας περίμενε στο ξενοδοχείο, ήταν κάτι που σίγουρα δεν περιμέναμε. Ο ιδιοκτήτης, πρώην μηχανικός μοτοσικλετών, είχε μια υπέροχη συλλογή από μηχανές. Οι εικόνες μιλάνε από μόνες τους. 









Δε κινήσαμε ρούπι από το ξενοδοχείο. Εκεί φάγαμε, εκεί ήπιαμε και τις μπύρες μας και προγραμματίσαμε την επόμενη διανυκτέρευση. Όταν ξεκινάς αργά, μπλέκεις και σε γάμο, αυτά είναι τα επακόλουθα.


ΣΑΒΒΑΤΟ 4 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ Madonna della strada – Ferrara 429 Χλμ

Κανονικά στην ώρα μας αναχωρήσαμε αυτή τη φορά, με προορισμό τη Ferrara (Φεράρα). Αρχικά η διαδρομή ήταν ευχάριστη αλλά όταν μπήκαμε στους SS, έγινε βαρετή καθώς είχε και πολλά έργα. Το Beverly κρατάει με αξιοπρέπεια τα 120-130 χλμ/ώρα. Για τα Τracer απλά να πω ότι 5 ημέρες τώρα είναι από πίσω μου και πολεμάνε να με προσπεράσουν (γράφουμε και κάνα χαζό να πειράξουμε τους φίλους μας τους Tracerάδες...). Για προβλήματα μηχανών και καταναλώσεις θα αναφερθώ στο τέλος. 



Στο κατάλυμα, 6 χλμ από το κέντρο της Φεράρα φτάσαμε στις 16:00. Είναι ένα διαμέρισμα σε μια τριώροφη οικοδομή, με ασφαλές πάρκινγκ. 

Αργά το απόγευμα κατηφορίσαμε προς το κέντρο της πόλης που ευνοεί τους ποδηλάτες, καθώς είναι επίπεδη και έχει εκτεταμένο δίκτυο ποδηλατοδρόμων. 


Η πόλη (χάρτης), η οποία είναι Μνημείο Παγκόσμιου Πολιτισμού της UNESCO, περικλείεται από τείχη του 15ου και 16ου αιώνα. Στο κέντρο της παλιάς πόλης στέκεται το κάστρο-παλάτι Estense, του οποίου την κατασκευή διέταξε ο τότε άρχοντας της πόλης, ο Νικολό ντ’ Έστε ο δεύτερος το 1385, μετά από μια εξέγερση των κατοίκων, οι οποίοι μην υποφέροντας άλλο τους φόρους και τις πλημμύρες που τους είχαν καταστρέψει, πήγαν στο παλιό παλάτι να ζητήσουν λύση από τον θεωρούμενο ως υπεύθυνο, τον Τομάσο ντι Τορτόνα. Αφού ο Νικολό κατάλαβε ότι το πλήθος δεν επρόκειτο να ηρεμήσει και φοβούμενος για την ζωή του, «έδωσε» για κατευνασμό τον Τορτόνα στο πλήθος, το οποίο τον κατακρεούργησε. Για να προστατευτεί από μελλοντικές εξεγέρσεις, προχώρησε στην κατασκευή του κάστρου Estense, το οποίο έχει τέσσερις πύργους και τρεις εισόδους με κινητές γέφυρες (ράμπες) και περιβάλλεται από τάφρο με νερό. 





Για τον Νικολό ντ’ Έστε τον τρίτο, λέγεται ότι είχε κοιμηθεί με 800 γυναίκες και ότι τα χρονογραφήματα της εποχής γράφανε: «Αριστερά και δεξιά του ποταμού Πο (Πάδος), υπάρχουν παιδιά του Νικολό»! 

Αυτά έκανε η χάρη του, ενώ εκείνος αποκεφάλισε την δεύτερη σύζυγο του και τον εραστή της (που έτυχε να είναι και γιος του) και κατόπιν διέταξε να θανατώνονται όσες γυναίκες είχαν διαπράξει μοιχεία. Έπρεπε όμως να ανακαλέσει αυτήν την διαταγή, αφού κατάλαβαν ότι με αυτόν τον τρόπο θα ερημωνόταν από πληθυσμό η Φεράρα... Γόνα πήγαινε το κέρατο!!! 

Στις μέρες μας τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. Η Φεράρα είναι η πόλη με τον χαμηλότερη δείκτη γεννήσεων στην Ιταλία. 

Περπατήσαμε στην παλιά πόλη και όταν πεινάσαμε, με δυσκολία βρήκαμε κάπου να φάμε. Η πόλη έχει ζωή, τα μαγαζιά γεμάτα από κόσμο και τα πιο καλά από αυτά είχαν ουρά απέξω. 


Το μόνο αρνητικό που έχω να πω είναι ότι είχε πολλά κουνούπια. Η Φεράρα είναι μια πόλη που αξίζει κάποιος να επισκεφτεί. Θυμηθείτε όμως να πάρετε αντικουνουπικό, αλλιώς σας «έφαγαν».


ΚΥΡΙΑΚΗ 5 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ Ferrara - Belluno 210 Χλμ


Σιγά – σιγά φτάσαμε βόρεια Ιταλία διασχίζοντάς την κεντρικά, από τα νότια. Αναχωρήσαμε από Φεράρα προς Belluno (Μπελούνο) από δευτερεύοντες δρόμους, καθώς είναι μόνο 200 χλμ μακριά. 

Πλησιάζοντας το Μπελούνο (χάρτης), το τοπίο γίνονταν όλο και πιο γνώριμο, καθώς άρχισε να φαίνεται ο ορεινός όγκος των Άλπεων. 


Κατά τις τέσσερις είχαμε ήδη τακτοποιηθεί στο αγροτουριστικό κατάλυμα λίγο έξω από το Μπελούνο. 




Στην αυλή υπήρχαν δύο ποδήλατα του καταλύματος τα οποία και χρησιμοποιήσαμε με την Άντζελα. Κάναμε ποδηλατάδα μέχρι το γειτονικό χωριό και την γύρω περιοχή, αφού μπορέσαμε να τα αποσπάσουμε από τα σαγόνια του σκύλου που τριγυρνούσε στο κατάλυμα. (Βρε, να μην μας αφήνει να τα πάρουμε!).



Αργά το απόγευμα επισκεφτήκαμε το Μπελούνο που βρίσκεται στο Εθνικό Πάρκο Δολομιτών Μπελουνέζι, στους πρόποδες της οροσειράς. Λόγω εγγύτητάς της με τα αυστριακά σύνορα, η πόλη αποτελούσε μέρος της Αυστρίας (1815-1866). Στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο δε, κατακτάται εκ νέου από τους Αυστριακούς (1917-1918) και στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1943-1945) από το Τρίτο Ράιχ. 




Για τα απεχθή αυτά γεγονότα, υπάρχουν φωτογραφίες και μνημεία του πρώτου και δεύτερου παγκοσμίου πολέμου στο ιστορικό κέντρο της πόλης και σε ένα από αυτά υπάρχει μια ανακοίνωση του 1917, που πληροφορούσε τους πολίτες για την εισβολή των Αυστριακών. 


Την μεταφράζω στο περίπου: 

«Πολίτες! 

Τα αυστριακό-γερμανικά στρατεύματα εισήλθαν στην πόλη. 

Ο πληθυσμός θα πρέπει να διατηρήσει την ηρεμία. 

Αποφύγετε απολύτως οποιαδήποτε πράξη ή εκδήλωση εχθρική για να είστε ασφαλείς. Να είστε φιλόξενοι με αξιοπρεπή ευγένεια. Απαγορεύεται αυστηρά η κατοχή όπλων οποιουδήποτε είδους. Οι κάτοχοι όπλων υποχρεούνται να τα καταθέσουν αμέσως στο Δημαρχείο. 

Η Επιτροπή, γνωρίζοντας την κοινή λογική και την ήπια και ειρηνική φύση αυτού του πληθυσμού, εγγυάται της δημόσιας ειρήνης. 

Μπελούνο, 10 Δεκεμβρίου 1917». 

Από το ιστορικό κέντρο που είναι χτισμένο σε λόφο, κατηφορίσαμε προς την νέα πόλη όπου, αν και Κυριακή, τα σουπερμάρκετ και τα μεγάλα εμπορικά ήταν ανοιχτά. 



Για φαγητό επιστρέψαμε στο κατάλυμα. Με συνοδεία ντόπιου οίνου απολαύσαμε το φαγητό και θυμάμαι πως οι τιμές του φαγητού ήταν τσιμπημένες σε σχέση με την ποσότητα. 

Τελευταία βραδιά στην Ιταλία. Για την επόμενη ημέρα σχεδιάσαμε να διανυκτερεύσουμε στην Αυστρία, λίγο πριν το Villach (Φίλλαχ). Ούτε λόγος για διαθέσιμο κατάλυμα στην περιοχή. Πόσο μάλλον κάποιο σε προσιτή για εμάς τιμή.


ΔΕΥΤΕΡΑ 6 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ Belluno - Hart 258 Χλμ

Λίγο πριν το καταμεσήμερο ήμασταν στην Cortina d'Ampezzo (Κορτίνα Ντ'Αμπέτσο) (χάρτης), η Αράχοβα και ο Άγιος Αθανάσιος μαζί, επί 100 μέσα στους Δολομίτες, σε υψόμετρο 1224 μέτρων.


Ήδη από τον 18ο αιώνα ήταν δημοφιλής στην ελίτ, που την επισκεπτόντουσαν και για λόγους υγείας, μιας και στην πόλη δεν είχαν παρουσιαστεί αρρώστιες όπως η χολέρα. 

Dibona – πιονιέρος σύμβολο, αλπινιστής, ορειβάτης που χάραξε νέα μονοπάτια στους Δολομίτες
Επί της Αυστριακής κυριαρχίας (έως το 1918), ήταν επίσης μεγάλο κέντρο ξυλογλυπτικής και τέχνης του μετάλλου. Ένας Αυστριακός δημοσιογράφος περιγράφει την φήμη και τους μύθους γύρω από τις μεταλλικές κατασκευές της πόλης: «Ένας ντόπιος έφτιαξε ένα σπαθί που είχε τόση ελαστικότητα που μπορούσες να το λυγίσεις, να το δέσεις και όταν το άφηνες, αυτό ξαναερχότανε στα ίσια του».

Σήμερα την επισκέπτονται χιλιάδες τουρίστες, κυρίως για χειμερινά σπορ. Ο μόνιμος πληθυσμός είναι 6 500 κάτοικοι, ενώ τους χειμερινούς μήνες φτάνει τους 50 000.

Έχει φιλοξενήσει τους χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες το 1956 και θα τους φιλοξενήσει και πάλι το 2026 μαζί με το Μιλάνο.

Το αμερικάνικο αυτοκίνητο Ford Cortina, έχει πάρει το όνομά του από την πόλη.

Στην περιοχή υπάρχει ανοιχτό μουσείο με τις αυστριακές θέσεις-οχυρά του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Οι επισκέψεις είναι δωρεάν. https://cortinadelicious.it/EN/p55-The-museums-of-the-Great-War

Λίγα χιλιόμετρα μας χώριζαν από τα σύνορα με την Αυστρία και μέχρι εκεί είχαμε φτάσει χωρίς να πληρώσουμε ούτε ένα διόδιο. Όσοι έχουν ταξιδέψει Ιταλία από εθνική, γνωρίζουν πολύ καλά τι σημαίνει αυτό. Στα τελευταία χιλιόμετρα επί Ιταλικού εδάφους, έχουμε αλλάξει κατεύθυνση και από βόρεια που κινούμασταν τις προηγούμενες ημέρες, πάμε ανατολικά μέσα από υπέροχα τοπία φυσικής ομορφιάς. 



Αυστρία

Πρώτη κίνηση μπαίνοντας στην Αυστρία ήταν να φουλάρουμε, καθώς παραδοσιακά η Αυστρία έχει πιο φθηνά καύσιμα (1,20€/λτ) από την Ιταλία και τη Γερμανία. Βινιέτα δεν χρειαστήκαμε, καθώς δεν είχαμε σκοπό να κάνουμε χρήση του αυτοκινητόδρομου. Προορισμός ήταν η περιοχή του Φίλλαχ. 



Τα ελαστικά που φοράω στο Beverly είναι τα πρώτης τοποθέτησης, Michelin City Grip, τα οποία συμπεριφέρονται υποδειγματικά στην «ξένη» άσφαλτο, εντός και εκτός αστικού κύκλου, σε αντίθεση με την χώρα μας, όπου το traction δουλεύει υπερωρίες, ειδικά μέσα στις πόλεις. 


Αρκετά πριν το Φίλλαχ, μπήκαμε σε ένα χωριό για αναζήτηση καταλύματος. Δεν μας έκανε όμως, καθώς η σχέση ποιότητας τιμής ήταν δυσανάλογη και δε δέχονταν διαπραγμάτευση. Αουφίντερζεεν λοιπόν. 


Δέκα, ίσως και δεκαπέντε χιλιόμετρα παρακάτω, σταματήσαμε σε ένα ακόμη χωριό. Μπαίνοντας σε ένα ακόμη κατάλυμα, βρίσκουμε έναν τύπο που πίνει μπύρα. Χαιρετάμε και ρωτάμε αν είναι κάποιος του ξενοδοχείου εκεί. Κουβέντα (είναι ο τύπος του μ@λ@κ@ς από φάτσα). Προχωράμε στα αλλά δωμάτια μήπως βρούμε κάποιον να συνεννοηθούμε, αλλά τίποτα. Βγαίνοντας προς τα έξω η Άντζελα ρωτά τον τύπο «Μήπως γνωρίζετε αν υπάρχουν ελεύθερα δωμάτια εδώ;» και απαντά με ύφος «νιχτ, νιχτ καϊν ζίμερ χιέρ» (όχι, όχι δεν υπάρχουν δωμάτια εδώ). Η Άντζελα έγινε ‘τούρκος’ με την συμπεριφορά του. Εμένα απλά με έπιασαν τα γέλια. Ποτέ σου! Αουφίντερζεεν λοιπόν. 

Δοκιμάζουμε την τύχη μας στο χωριό Gailitz. Δεν υπήρχε ούτε εκεί δωμάτιο. Συνεχίσαμε μέχρι που είδαμε μια γνώριμη στα μάτια μας πινακίδα «zimmer frei». 


Τέτοιες πινακίδες έχουν στα τουριστικά μέρη και στη χώρα μας. Κάναμε αναστροφή σε ένα βενζινάδικο και πήγαμε να δούμε τι γίνεται. Ήμασταν τυχεροί. Λίγο έλειψε να κοιμηθούμε στα παγκάκια. Το χωριό λέγεται Hart (χάρτης). Τα δωμάτια «τρέχουν» δυο αδελφές, που όπως καταλάβαμε έχουν κάνει πολλά ταξίδια θρησκευτικού περιεχομένου. Από τις φωτογραφίες στον τοίχο συμπεραίνω ότι πρέπει να έχουν θάψει δυο πάπες.



ΤΡΙΤΗ 7 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ Hart - DolejnskeToplice 197 Χλμ 

Το δωμάτιο όπου πήραμε το πρωινό, ήταν σαν θερμοκήπιο με τον βασιλιά φίκο να εξουσιάζει. 


Αναχωρήσαμε για το Φίλλαχ ώστε να επισκεφτούμε ένα από τα καταστήματα του Louis (μοτοσυκλετιστικό κατάστημα). 


Μετά το Φίλλαχ η κατεύθυνση έγινε νότια, που ένα πράγμα σήμαινε. Είχε ξεκινήσει η επιστροφή μας. 

Σλοβενία

Το αλπικό τοπίο είναι υπέροχο. Όσες φορές και να περάσω, πάντα με εντυπωσιάζει. Τελευταία χιλιόμετρα στην Αυστρία και ανεβαίνουμε το Loiblpass, που στο τέρμα του ξεκινάει το τούνελ που σε βγάζει στην Σλοβενία. Δυο χιλιόμετρα μετά την έξοδο του τούνελ, ήπιαμε τον πρώτο σλοβένικο καφέ. 


Λίγο μετά τη Ljubljana (Λιουμπλιάνα), πηγαίνοντας για DolejnskeToplice (χάρτης), (ούτε που ξέρω πως προφέρεται), πετυχαίνουμε μπροστά μας τρία μηχανάκια (BMW 1200 GS) από Ισπανία. Για αρκετά χιλιόμετρα πηγαίναμε παρέα, μιας και ο ρυθμός τους ήταν παραπλήσιος με το δικό μας. Λίγο πριν το DolejnskeToplice χαιρετηθήκαμε, καθώς χώριζαν οι δρόμοι μας. 



Το χωριό ιδρύθηκε το 1658, έχει 740 κατοίκους και είναι γνωστό για τα θερμά λουτρά. Το κατάλυμα βρίσκεται στο κέντρο δίπλα στο ποτάμι. Αφού τακτοποιήσαμε τα πράγματα στα δωμάτια και φορέσαμε τα κοντοβράκια μας, πήγαμε για πικ-νικ, αφού πρώτα κάναμε τις απαραίτητες προμήθειες. 




Από την αρχή του ταξιδιού είχαμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας την ιδέα ενός πικ-νικ, έτσι κουβαλούσαμε ένα μικρό καρό τραπεζομάντηλο. Αφού βρήκαμε την κατάλληλη τοποθεσία, απλώσαμε το καρό ύφασμα και από πάνω τα τρόφιμα. Το βράδυ ήπιαμε την μπυρίτσα μας δίπλα στο ποτάμι, στον προαύλιο χώρο του ξενοδοχείου.



ΤΕΤΑΡΤΗ 8 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ DolejnskeToplice – Pecs 342 Χλμ

Ουγγαρία

Αναχωρήσαμε
 από Dolejnske Toplice για το Pecs (Πέτς) της Ουγγαρίας σχετικά νωρίς. Μέχρι τα σύνορα της Κροατίας πήγαμε από τον επαρχιακό. 

Τυπικές διαδικασίες στα σύνορα και μετά για πρώτη φορά μπήκαμε σε κλειστό αυτοκινητόδρομο. Η ζέστη όσο μεσημέριαζε γίνονταν αφόρητη. Έτσι λοιπόν πριν περάσουμε τα σύνορα για Ουγγαρία, σταματήσαμε να δροσιστούμε. Περνώντας τα σύνορα της Κροατίας, σειρά είχε ο έλεγχος από τις συνοριακές ουγγρικές αρχές, όπου ξεκίνησε μια μικρή περιπέτεια να ξετυλίγεται. 



Η ταυτότητα του Κυριάκου είχε ημερομηνία έκδοσης πάνω από 10 χρόνια και κατά τον αστυνομικό, (η δεύτερη φάτσα μ@λ@κ@…), είχε λήξει και δεν μπορούσε να του επιτρέψει την είσοδο στη χώρα. Όλα αυτά, αφού είχε περάσει μισή ώρα αναμονής. Μας ρωτάει αν εγώ με την Άντζελα θα συνεχίσουμε. Φυσικά και όχι, του απαντάω και παίρνουμε τα μηχανάκια και πάμε προς το άλλο ρεύμα ελέγχου, αυτό της εξόδου από τη χώρα, μιας κι εμένα και της Άντζελας μας είχαν δηλώσει ότι είχαμε εισέλθει σε αυτή και έπρεπε να δηλωθεί ότι βγαίνουμε ξανά. Περιμένοντας πια στην έξοδο τις Ουγγαρίας για να μας «ξεδηλώσουν», έρχεται μια γυναίκα υπάλληλος και μας λέει να κάνουμε λίγο υπομονή, να δούνε τι μπορούνε να κάνουνε. Πράγματι, μετά από μισή ώρα μας ενημερώνει ότι μπορεί κι ο Κυριάκος να περάσει. Ξανά λοιπόν στο ρεύμα εισόδου της Ουγγαρίας και επιτέλους Ουγγαρία! 


Στο Πέτς (χάρτης), την πέμπτη σε μέγεθος πόλης της Ουγγαρίας, φτάσαμε μετά από καμιά ώρα, από έναν επαρχιακό πολυσύχναστο δρόμο, γεμάτο από ανωμαλίες που είχαν δημιουργήσει οι τροχοί από τα βαριά φορτηγά. Το κτήριο όπου στεγάζονταν το κατάλυμά μας, μου θύμισε έντονα Ρωσία. Το πάρκινγκ για τις μηχανές ήταν δύσκολο να το βρούμε, όπως ακριβώς θυμάμαι και από τη Ρωσία (δε βρίσκεις τίποτα εύκολα). Αφού τις παρκάραμε δεν τις ξαναπήραμε μέχρι την επόμενη ημέρα που αναχωρήσαμε.

Το Πετς είναι μια πόλη μελαγχολική και σκοτεινή στις συνοικίες γύρω από το κέντρο με αρκετούς μεθυσμένους και άστεγους (είδαμε και έναν που είχε σαν περούκα μια σφουγγαρίστρα στο κεφάλι). Μας αποζημίωσε όμως με το που φτάσαμε στην κεντρική πλατεία. Εκεί καθίσαμε σε μια μπυραρία, με θέα τα απομεινάρια της Τούρκικης κατοχής της πόλης (1543-1686) το μεγαλοπρεπές Τζαμί του Πασά Κασίμ, που μετατράπηκε σε εκκλησία με την εκδίωξη των Τούρκων. Κατά την τουρκοκρατία εκδιώχθηκαν οι κάτοικοι της πόλης, που μετατράπηκε σε εμπορικό κόμβο με έντονο ανατολίτικο χρώμα. Μετά την απελευθέρωση, άρχισε και πάλι να ανθεί, ιδιαίτερα μετά την ανακάλυψη κοιτασμάτων κάρβουνου και ουρανίου. 

Οι κάτοικοι υπερηφανεύονται για την πολυπολιτισμικότητα της πόλης τους. Το 1998 κέρδισαν το βραβείο της UNESCO για την «Ειρηνική συνύπαρξη των μειονοτήτων» της και για την βοήθεια που παρείχαν στους πρόσφυγες του πολέμου της Γιουγκοσλαβίας. Εξ΄άλλου το μότο που επέλεξαν για την περίσταση της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης το 2010, ήταν «Πόλη δίχως σύνορα». 

Κανείς από τους τρεις μας πάντως, δεν αντιλήφθηκε την φιλοξενία των κατοίκων. Ίσως την επόμενη φορά...μελαγχολικό και σκοτεινό μου Πέτς!


ΠΕΜΠΤΗ 9 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ Pecs – Novi Sad 265 Χλμ

Σερβία


Φεύγοντας από το Πέτς, η σκέψη προπορεύεται. Βρίσκεται στα σύνορα Ουγγαρίας – Σερβίας στον έλεγχο της ταυτότητας του Κυριάκου. Μεταξύ μας κάνουμε και πλάκα λέγοντας "ότι μπορεί να σε κρατήσουν και εδώ Κυριάκο". 

Μέχρι την Tompa, όπου είναι και το συνοριακό πέρασμα, η διαδρομή ήταν αδιάφορη, εκτός από μια στιγμή που είδαμε ένα κοπάδι από ελάφια να τρέχει στον κάμπο. Τα σύνορα τα περάσαμε πάτα κιούτα. Συνεχίσαμε και στην Σερβία των επαρχιακό μέχρι το Novi Sad (Νόβι Σαντ), όπου είχαμε κλείσει κατάλυμα, με μόλις ένα μήνα λειτουργίας. Φθηνό και με ασφαλές πάρκινγκ, σίγουρα θα το ξαναπροτιμήσουμε αν είναι ο δρόμος μας από εκεί στο μέλλον. Ακριβώς απέναντι έχει λεωφορείο που πάει κέντρο. Το κακό είναι ότι το τελευταίο δρομολόγιο από το κέντρο είναι στις 23:30. Δεν είχαμε χρόνο για χάσιμο, έτσι 18:30 ήμασταν στο λεωφορείο με κατεύθυνση την καρδιά του Νόβι Σαντ (χάρτης). 


Αγαπημένη πόλη το Νόβι Σαντ, η δεύτερη μεγαλύτερη της Σερβίας, πάνω στις όχθες του Δούναβη. Ονομάστηκε και «η Αθήνα της Σερβίας» λόγω του ότι ήταν το κέντρο πολιτισμού της Σερβίας. Προσωπικά μου αρέσει περισσότερο από το Βελιγράδι. 


Η πόλη καταστράφηκε σχεδόν εξ’ ολοκλήρου κατά την διάρκεια της επανάστασης του 1848. Και στην σύγχρονη ιστορία της πόλης, συγκεκριμένα κατά τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ το 1992, έγιναν μεγάλες καταστροφές στις υποδομές της πόλης. 

Novi Sad: Έκθεση φωτογραφίας με θέμα τον πόλεμο
Η πόλη κατοικείται κατά 80% από Σέρβους, αλλά υπάρχουν και Ούγγροι, Σλοβάκοι, Κροάτες, Ρουμάνοι, Μαυροβούνιοι, Γερμανοί κ.α. λαοί, που συνυπάρχουν και διαμορφώνουν την ψυχή της. Είναι μια ζωντανή πόλη, με έντονη νυχτερινή ζωή και πολύ νεολαία να κατακλύζει τους δρόμους, τα εστιατόρια, τα καφέ και τα μπαρ. Αισθανθήκαμε αμέσως σαν στο σπίτι μας και διαπιστώσαμε ότι πράγματι ισχύει ότι οι ντόπιοι είναι ανοιχτόκαρδοι και φιλόξενοι άνθρωποι. 


Ακολουθήσαμε το παράδειγμά τους, πίνοντας το καφεδάκι μας σε μια από τις πολλές σε σειρά καφετέριες στον κεντρικό πεζόδρομο. Στη συνέχεια πήγαμε σε ένα εστιατόριο να δοκιμάσουμε την τοπική κουζίνα. 
Στο τσακ προλάβαμε το τελευταίο λεωφορείο, που μας άφησε ακριβώς έξω από το κατάλυμα (εισιτήριο 0,75€).


ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 10 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ Novi Sad – Zajecar 363 Χλμ

Στις έντεκα ημέρες του ταξιδιού, επιλέξαμε για πρώτη φορά να πάμε από διόδια ώστε να φτάσουμε νωρίς στο Zajecar (Ζάγετσαρ), μια μικρή, ήσυχη πόλη στα ανατολικά της Σερβίας. Τα πρώτα 250 χλμ μέχρι το Paracin είναι βαρετά. Τα επόμενα 90 χλμ όμως, είναι από γρήγορο επαρχιακό και η οδήγηση γίνεται παιχνίδι. 

Στάση για κολατσιό
Φτάσαμε μεσημέρι στο ξενοδοχείο που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, με ασφαλές για τα μηχανάκια πάρκινγκ. 

Σε μια στάση ο Κυριάκος παραπονέθηκε για κάποιο τσίμπημα που είχε από την προηγούμενη ημέρα στο χέρι του (Έπρεπε να περιμένεις κάνα δυο μέρες ακόμα, να μας το πεις ρε Κυριάκο! Απορώ γιατί βιάστηκες να μιλήσεις!). Το σημείο είχε πρηστεί, μάλλον από τσίμπημα μέλισσας, και γινόταν όλο και πιο ενοχλητικό. Τηλεφώνησα σε έναν φαρμακοποιό φίλο μας, τον Γιάννη στην Αθήνα, και αυτός με τη σειρά του μας συμβούλεψε. Πράγματι, από το βράδυ κιόλας φαίνονταν να υπάρχει μια μικρή υποχώρηση του οιδήματος. 

Ραχααατιιι...
Η πόλη (χάρτης) είναι περισσότερο γνωστή για το ροκ φεστιβάλ Gitarijada που διεξάγεται εκεί εδώ και 50 χρόνια, αλλά και για την τοπική μπύρα Zajecarsko που τιμήσαμε στο μαγαζί που μας πρότειναν από το ξενοδοχείο για το βράδυ. Εκεί δούλευε ο Ρίστα, ένας νεαρός Σέρβος που μίλαγε τα ελληνικά, καθώς στο παρελθόν είχε δουλέψει στην Χαλκιδική. Το μαγαζί λέγεται “Irish pub” και ήταν φίσκα από κόσμο. 


Όσοι ενδιαφέρονται για αρχαιολογικούς χώρους, μπορούν να επισκεφτούν στο Gamzigrad την αρχαία ρωμαϊκή πόλη Felix Romuliana, τόπο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, από τους σημαντικότερους του είδους στην Ευρώπη. Σε αυτήν την σημαντική κατά την αρχαιότητα πόλη, έχουν γεννηθεί τρεις Ρωμαίοι αυτοκράτορες. 

Πόλη έκπληξη το Ζάγετσαρ!!! 

Μετά το Zajecar

ΣΑΒΒΑΤΟ 11 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ Zajecar - Bansko 353 Χλμ

Βουλγαρία

Η πιο πρωινή μας αναχώρηση σε όλο το ταξίδι. 

Κατευθυνθήκαμε προς τα σύνορα με τη Βουλγαρία. Ο δρόμος δεν ήταν και στα καλύτερά του. Φαντάζομαι λόγω των συνθηκών που επικρατούν το χειμώνα. Η κίνηση ήταν χαλαρή, μέχρι να βγούμε στο κεντρικό λίγα χιλιόμετρα πριν τον έλεγχο στα σύνορα. Εκατοντάδες αυτοκίνητα με γερμανικές πινακίδες ακινητοποιημένα, περιμένοντας να περάσουν τον έλεγχο. Οι επιβάτες αυτών ήταν στην πλειοψηφία τους τούρκικης καταγωγής. Συνολικά κάναμε μια ώρα περίπου να ξεμπλέξουμε, μαζί με κάτι τριπλίτσες που κάναμε, μέχρι να πατήσουμε βουλγάρικο έδαφος. 

Μέχρι τη Σόφια ο δρόμος είναι επαρχιακός, επικίνδυνος και με πολύ κίνηση. Τα οχήματα κινούνταν με μεγάλες ταχύτητες. Μύρισε λίγο από Ελλάδα η κατάσταση. Μετά τη Σόφια υπάρχει αυτοκινητόδρομος μέχρι Ελλάδα με το μεγαλύτερο τμήμα του να έχει ολοκληρωθεί. Λίγα χιλιόμετρα μετά το Μπλαγκόεβγκραντ υπάρχει πινακίδα που λέει «Bansko 40». Λίγα μέτρα παρακάτω άλλη μια γράφει «Δράμα». Καλή άσφαλτος που επέτρεπε λίγο το παιχνίδι. Στη διαδρομή συναντήσαμε πολλά street μηχανάκια, με τους αναβάτες να είναι ντυμένοι με δερμάτινες στολές. 

Και φτάσαμε στο γνωστό σε όλους μας χειμερινό θέρετρο της Βουλγαρίας - το Μπάνσκο. 

Η πόλη ήταν σχεδόν 500 χρόνια (1500-1912) τουρκοκρατούμενη, αλλά αυτόνομη. Οι κάτοικοι ασχολούνταν με την κτηνοτροφία έως τον 18ο αιώνα. Τότε, εν μέσω τουρκοκρατίας, ξεκίνησε η περίοδος της Αναγέννησης. Χάρη στην θέση της πάνω στον εμπορικό δρόμο που ξεκινούσε από το Αιγαίο και έφτανε ως την κεντρική Ευρώπη, το Μπάνσκο αναπτύχθηκε σε πλούσιο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο. Καραβάνια με δέρματα, ξυλεία και μέταλλα κατέβαιναν προς το Αιγαίο, για να επιστρέψουν με βαμβάκι, ψάρια, καπνό, όπιο, ελιές κ.α. προϊόντα. 

Περπατήσαμε στο ιστορικό κέντρο του Μπάνσκο για να δούμε τα σπίτια με την χαρακτηριστική αρχιτεκτονική της οχυρωμένης κατοικίας και την πλούσια διακόσμηση που μαρτυρούν το εύπορο παρελθόν της πόλης.

Στο κέντρο του Bansko

Χαρακτηριστική είναι η εκκλησία της Αγίας Τριάδας, που στην θύρα έχει και το σύμβολο του μισοφέγγαρου δίπλα στον σταυρό. 

Αγία Τριάδα
Αυτό έγινε γιατί επί τουρκοκρατίας δεν επιτρεπόταν η ανέγερση μεγάλων σε μέγεθος εκκλησιών. Για να μην γκρεμίσουν οι Τούρκοι τον νέο ανεγερθέντα (1835) ναό, οι ντόπιοι κατέφυγαν σε ένα τέχνασμα: λάξευσαν και το μισοφέγγαρο και έτσι γλύτωσαν το οικοδόμημα από την καταστροφή. 

Άγιος Παϊσιος του Χιλιανδαρίου (συγγραφέας του έργου Ιστορία Σλαβγιανομπολγκάρσκαγια), 
βουλγαρικό ιστορικό έργο της νεότερης εποχής.
Σήμερα, έχει εξελιχθεί σε τουριστική περιοχή και κυρίως το χειμώνα λόγω και του χιονοδρομικού κέντρου. Οι Έλληνες αποτελούν μεγάλο ποσοστό των τουριστών και είναι πολύ πιθανό να πετύχετε και κάνα γνωστό, ειδικά αν είστε από βόρεια Ελλάδα. 

Το χαμηλό κόστος ζωής στην Βουλγαρία, έχει προσελκύσει στο Μπάνσκο τους λεγόμενους «ψηφιακούς νομάδες», ανθρώπους που εργάζονται ταξιδεύοντας, αρκεί να έχουν μια καλή σύνδεση wi-fi… 

Το κέντρο απέχει γύρω στα 15 λεπτά από τον νέο οικισμό, όπου είχαμε βρει κατάλυμα, με τα μεγάλα ξενοδοχεία να χαλάνε την αισθητική του τοπίου. Φάγαμε σε υψηλές τιμές για Βουλγαρία και πληρώσαμε σε ευρώ. 

Τη μέρα που βρεθήκαμε στο Μπάνσκο είχε φεστιβάλ τζαζ μουσικής (χοντρούλη, ήσουν ο πρώτος που μου ήρθε στο μυαλό) το όποιο μετέδιδε live η βουλγαρική τηλεόραση και απ’ ότι μάθαμε, είναι ετήσιο. Κανονική λαοθάλασσα, έχουν καταφέρει το Μπάνσκο να είναι 365 μέρες το χρόνο επισκέψιμο. 

Επιστρέφοντας το βράδυ πίσω στο ξενοδοχείο, συνειδητοποιώ ότι έχω χάσει την back pack τσάντα μου με όλα τα πράγματα μέσα. Ήμουν σίγουρος ότι την είχα τοποθετήσει στα πόδια μου μπροστά και ότι την είχα ασφαλίσει με το άγκιστρο της ποδιάς του σκούτερ. Μεταβολή για πίσω, συντροφιά με το εδώ και 15 χλμ λαμπάκι της ρεζέρβας αναμμένο. Στο δρόμο έκανα διάφορες σκέψεις για το πως και το που να έχει πέσει. Για να μη σας κουράσω περισσότερο, σας λέω ότι βρήκα την τσάντα εκεί που έκανα αναστροφή για να ξεπαρκάρω, αλλά δεν είχα ασφαλίσει σωστά το άγκιστρο. Την τσάντα μάζεψε η κυρία του διπλανού καταστήματος, η οποία δεν δέχτηκε κάτι να της δώσω. Είναι η δεύτερη φορά που την παθαίνω με τσάντα. Κάποια στιγμή θα μάθω. Η Άντζελα με τον Κυριάκο με περίμεναν με αγωνία στο ξενοδοχείο. Για να κλείσει σωστά η βραδιά ήπιαμε ένα ποτό στο μπαρ. 


ΚΥΡΙΑΚΗ 12 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ Bansko - Ελασσόνα 410 Χλμ 

Ελλάδα 

Η πρωινή ψύχρα μας ανάγκασε να φορέσουμε κάτι πιο ζεστό μέχρι να ανέβει ή θερμοκρασία. Η αναχώρηση από το Μπάνσκο, ουσιαστικά σηματοδοτούσε το τέλος του ταξιδιού, με τη διαδρομή μέχρι τα σύνορα της Ελλάδας να είναι όμορφη. Στο συνοριακό σταθμό της Εξοχής (Ίλιντεν για τους Βούλγαρους), πιάσαμε μικρής διάρκειας κουβέντα με τους δικούς μας αστυνομικούς, καθώς η κίνηση ήταν μηδενική και από τις δύο πλευρές. Αυτό που τους έκανε εντύπωση ήταν το γεγονός ότι ταξίδεψα με το Beverly και πως ακολουθούσα τους άλλους δύο (Αυτά τα έχουμε πει! Αυτοί ακολουθούσαν…). 

Πρώτη στάση επί ελληνικού εδάφους για καφέ και μπουγάτσα, στο Κάτω Νευροκόπι. Συνεχίσαμε για Σέρρες από Κάτω Βροντού. Στας Σέρρας λοιπόν καθίσαμε σε μια ωραία καφετέρια (Cityζεν, μέσα στην Βυζαντινή Ακρόπολη, με θέα την πόλη), όπου πριν από κάποια χρόνια με είχε πάει ο φίλος μου ο Δημήτρης από το Νέο Σούλι και εγώ με τη σειρά μου πήγα την παρέα. Δεν καθίσαμε πολύ ώρα, καθώς είχαμε πει ότι το απόγευμα θέλαμε να είμαστε κάπου κοντά στη Λάρισα. Κόψαμε πορεία για Θεσσαλονίκη, Αλεξάνδρεια, Κατερίνη και μέσα από τα Πιέρια Όρη. Το πέρασμα μέσα από τα Πιέρια είναι υπέροχη διαδρομή για μοτοσικλέτα, με το Όλυμπο να παρακολουθεί την κάθε σου κίνηση. Στην Ελασσόνα σταματήσαμε να τσιμπήσουμε κάτι και αποφασίσαμε να διανυκτερεύσουμε εκεί. Το βράδυ αράξαμε σε μια σουβλακερί και με τη συνοδεία μπύρας, την κάναμε ταράτσα. 


ΔΕΥΤΕΡΑ 13 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ Ελασσόνα – Αθήνα 402 Χλμ

Σε αυτό το σημείο οι δρόμοι της Άντζελας με έμενα και του Κυριάκου, χώρισαν. Ο Κυριάκος τράβηξε για Καλαμάτα κι εμείς για Αθήνα. 

Καλό αντάμωμα στους δρόμους! 


ΒΛΑΒΕΣ – ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

Με την μπόρα που έριξε «καρέκλες και παπάδες» στην Ιταλία, στο Beverly και στο Tracer (του Κυριάκου) άναψε η πορτοκαλί ένδειξη του μοτέρ, χωρίς να δημιουργηθεί κάποιο άλλο θέμα. Τις ενδείξεις τις σβήσαμε με την επιστροφή μας. 

Της Άντζελας άναψε η ένδειξη του λαδιού, την πέμπτη ημέρα. Μετά από έλεγχο, δεν διαπιστώθηκε κάποιο θέμα με το λάδι. Μετά από μερικά χιλιόμετρα έσβησε. Επίσης χρειάστηκε και τέντωμα η αλυσίδα στις Σέρρες. Ήθελε 27άρι κλειδί!!! Αναρωτιέμαι. Αυτά τα Yamaha δεν έχουν εργαλεία, όπως το V-Strom που είχα; 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΕΙΣ - ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΑ

Τα παρακάτω νούμερα αφορούν το Tracer της Άντζελας και το Beverly. Αρχή και τέλος ταξιδιού για τα χιλιόμετρα είναι η Αθήνα, μετρημένα με το κοντέρ του Beverly. 

Για 4517 χιλιόμετρα συνολικά

Yamaha
250λτ
4,6λτ/100χλμ     
311€
Beverly
170λτ
3,7λτ/100χλμ
257€

ΚΟΣΤΟΣ ΕΚΔΡΟΜΗΣ

Με όλα τα έξοδα περασμένα και γραμμένα κατά ημέρα, παραθέτω κάτω το σύνολο που αφορά δύο άτομα με δύο μοτοσικλέτες. 

Καύσιμα
  568 €
Οι χώρες που δεν είχαν το € ως νόμισμα ήταν αρκετά φτηνές, με αποτέλεσμα να μας ρίξει σημαντικά τον μέσο όρο του κοστολογίου.
Τα διόδια που βλέπετε, αφορούν την Σερβία και την Ελλάδα.
Φαγητό
  310 €
Καταλύματα
  509 €
Καφέδες
    72 €
Διόδια
    44 €
Καράβι
  150 €
Διάφορα
    50 €
ΣΥΝΟΛΟ
1703 €


Δυστυχώς έπρεπε να αλλάξω το αρχικό βίντεο με αυτό καθώς το πρώτο υπόκεινταν σε πνευματικά δικαιώματα, ως προς τη μουσική.


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια