Θεσσαλονίκη (γνώριμα μέρη, φιλικά πρόσωπα)

Κείμενο: Κώστας Μανούσος
Φωτογραφίες: Κώστας και Άντζελα
    
        Αυτή την μοτοσικλετιστική ιστορία θα έπρεπε να την έχετε διαβάσει ένα χρόνο νωρίτερα. Εξαιτίας όμως της πανδημίας και της επιβολής καραντίνας που είχαμε πέρυσι τέτοιο καιρό, καθίσαμε στα αυγά μας. Φέτος λοιπόν έγινε εφικτή η μετακίνηση από πλευράς καραντίνας, αν και από οικονομικής πλευράς υπήρξε ένα ζόρι. Με την τιμή της βενζίνης να κυμαίνεται από 1,98€ έως 2,15€, με τα καταλύματα να έχουν «τσιμπήσει» και αυτά από λίγο και γενικά να έχουν πάρει όλα την ανηφόρα, παραλίγο να μην διαβάζατε ούτε και φέτος την συγκεκριμένη ιστορία.

Τέλος καλό, όλα καλά, απλά πιο ακριβά. Πάμε παρακάτω.

Την εκδρομή επρόκειτο να την έκανα με το φίλο μου τον Πέτρο. Είχαμε κλείσει τα ξενοδοχεία και κανονίσει λίγο – πολύ τις διαδρομές που θα κάναμε. Έχετε ακούσει που λένε ότι όταν ο άνθρωπος σχεδιάζει, ο θεός γελάει; Ε, αυτό ακριβώς συνέβη. Ο Πέτρος για προσωπικούς λόγους δεν μπόρεσε να έρθει, έτσι λοιπόν ξεκίνησε ως σόλο εκδρομή, χωρίς αυτό να σημαίνει πως κατέληξε και έτσι.

Καθώς θα ήμουν μόνος, δεν είχα ακόμα αποφασίσει αν θα πήγαινα τριβάλιτσος ή μόνο με την top case. Τελικά αποφάσισα να βάλω την τριπλέτα για να είμαι πιο άνετος, πράγμα που βόλεψε από τα μέσα της εκδρομής και έπειτα (θα δείτε το γιατί παρακάτω).

Ο Λέων της Χαιρώνειας

Γεμάτο ντεπόζιτο, πιέσεις ελαστικών, βάσεις, ρεύματα, gps, κινητά, tank bag, βαλίτσες, τσεκ, όλα έτοιμα στη θέση τους και με τον καιρό να συνηγορεί με τον δικό του μοναδικό τρόπο.

Η πρώτη μιζιά της εκδρομής έγινε στην Καλαμάτα (μόνιμη βάση πια), με τελικό προορισμό, όπως καταλάβατε από τον τίτλο, την Θεσσαλονίκη. Πρώτη μου στάση το σπίτι μας στην Αθήνα για να προμηθευτώ τον υπόλοιπο χειμερινό εξοπλισμό και να βρεθώ με τον Πέτρο. Αυτό έγινε το Σάββατο 12 Νοεμβρίου, αν και η εκδρομή στην ουσία ξεκίνησε την Δευτέρα 14.

        Όποιος με γνωρίζει ξέρει ότι αποφεύγω τους κλειστούς αυτοκινητόδρομους. Έτσι πήρα την παλιά Εθνική.

Λίγο πριν στρίψω για Αμφίκλεια

Λίγο πριν την Ανάβρα

Εκτός από το κομμάτι της Κάζας (Π.Ε.Ο. Αθηνών – Θήβας), που έχει οδηγικό ενδιαφέρον, μέχρι την Λαμία δεν έχει κάτι το ιδιαίτερο η διαδρομή (ο  Μπράλος είχε υγρασίες στα ανήλια κομμάτια). Στην Αμφίκλεια έκανα μια σύντομη στάση για καφεδάκι και είχα για παρέα έναν γάτο που αποδείχθηκε «πατατάκιας», μιας και μου έφαγε τα πατατάκια του τοστ!

Ο "πατατάκιας"

Μετά τη Λαμία ξύπνησε από τον λήθαργο ο τρικύλινδρος του Tracer, με τις στροφές του μοτέρ να φλερτάρουν τον κόφτη, χαρίζοντας έναν υγιή και συνάμα ερεθιστικό ήχο.

Μετά τις πρώτες στροφές, το λάστιχο προσφέρονταν για ακόμη μεγαλύτερες συγκινήσεις. Δεν έλειψαν βέβαια και οι μικρές ταλαντώσεις, που εμφανίζονται συνήθως μετά από συγκεκριμένη κλίση και πίεση. Με την προφόρτιση να είναι ρυθμισμένη στην σκληρότερη θέση και την απόσβεση να είναι μια στροφή πριν από το τέρμα σκληρό (πίσω ανάρτηση), η μαμά ανάρτηση του Tracer δεν συμπεριφέρεται και τόσο καλά. Να σας θυμίσω πως το μηχανάκι είναι τριβάλιτσο, χωρίς όμως οι βαλίτσες να είναι γεμάτες και να έχουν ιδιαίτερο βάρος.

Μετά την «θεραπεία» έστριψα δεξιά προς Νέο Παλαμά, συνέχισα προς Ανάβρα και από εκεί προς Αλμυρό, όπου η διαδρομή γίνεται ξανά ορεινή, με πάρα πολλές συναντήσεις βοοειδών (θέλει λίγη προσοχή εδώ).

Φτάνοντας στον Αλμυρό έκανα δεξιά μέχρι τις λίμνες Ζερέλια.

Λίμνες Ζερέλια: Οι «υγρότοποι Ζερέλια» αποτελούνται από δύο λίμνες κυκλικού σχήματος (Μικρό και Μεγάλο Ζερέλι), που απέχουν μεταξύ τους 250 μέτρα περίπου. Το Μεγάλο Ζερέλι έχει διάμετρο 240 μέτρα και το Μικρό 160, ενώ το βάθος τους δεν ξεπερνά αυτό των 10 μέτρων. Μπορεί να τις ακούσετε και ως «λίμνες των  μετεωριτών» λόγω της προέλευσής τους. Ο τρόπος που δημιουργήθηκαν τις κάνει μοναδικές και αποτελούν ένα σπάνιο φαινόμενο στον Ελλαδικό χώρο. Λίγο βορειότερα των λιμνών βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος «Μαγούλι Ζερέλια» και νοτιότερα υψώνονται τα βουνά της Γκούρας που ενώνονται με το όρος Όθρυς.


Πάνω: Μικρή Ζερέλια
Κάτω: Μεγάλη Ζερέλια

Άφησα πίσω μου τις λίμνες και ανέβηκα προς το βουνό, για να φτάσω στο μνημείο πεσόντων του αεροσκάφους C-130 της πολεμικής αεροπορίας. Δεν είναι μακριά. Περίπου 20 χιλιόμετρα, για τα οποία έκανα 40 λεπτά περίπου, αλλά όσο ανέβαινα ο καιρός άλλαζε (προσοχή και εδώ στα ζωντανά).

Φτάνοντας εκεί υπάρχει ένας περιφραγμένος χώρος, που έχει ένα εκκλησάκι και τα μνημεία προς τιμήν των πεσόντων. Στην πλειοψηφία τους ήταν νέοι στρατεύσιμοι. Ένα χρόνο μεγαλύτεροι μου θα ήταν σήμερα. Κάνοντας βόλτα γύρω από τα μνημεία, τα συναισθήματα και οι σκέψεις ανακατεύουν το μυαλό μου. Δεν υπάρχει άλλος εκεί, παρά μόνο ο ήχος του βουνού και η σιωπή των αδικοχαμένων συνανθρώπων μας.

Λίγα λόγια για το συμβάν: Την Τρίτη 5 Φεβρουαρίου του 1991, C-130 της πολεμικής μας αεροπορίας απογειώνεται από το αεροδρόμιο της Ελευσίνας φορτωμένο με 63 άτομα για την Κρήτη με ενδιάμεση στάση τη Νέα Αγχίαλο. Δυστυχώς το αεροσκάφος συνετρίβη πριν κάνει την ενδιάμεση του στάση, στο καλυμμένο από χιόνια όρος Όθρυς. Οι καιρικές συνθήκες δυσκόλεψαν την έρευνα και διάσωση και χάθηκε πολύτιμος χρόνος. Τελικά μετά από 3-4 ημέρες εντοπίστηκαν τα συντρίμμια και οι 63 επιβαίνοντας του αεροσκάφους, που ήταν όλοι νεκροί. Το πόρισμα για τα αίτια δεν δημοσιεύτηκαν ποτέ και στις 4 Νοεμβρίου του 1994 «κάθισαν» στο σκαμνί τον υπεύθυνο του πύργου ελέγχου της Νέας Αγχιάλου. Του επιβλήθηκε 2 χρόνια φυλάκισης με 3ετή αναστολή. Στις 19 Ιανουαρίου του 1996 κρίνεται ομόφωνα αθώος και λίγους μήνες αργότερα πεθαίνει.


Κατεβαίνω το βουνό με αργό ρυθμό, μέχρι και την τελευταία στάση της ημέρας που είναι στις Νέες Παγασές. Λίγο μετά τις 17:00 φτάνω στο ξενοδοχείο Καραγιάννη.

Νέες Πηγασές: Μέρος της παραλίας 

Κατά τις 19:00 βρισκόμουν στο Βόλο και πάρκαρα τη μηχανή κάπου κεντρικά. Για να γνωρίσει κάποιος ένα μέρος το καλύτερο που έχει να κάνει είναι να περπατήσει. Αυτό έκανα και εγώ.

Αυτή την εποχή το κατάλληλο μέρος για να πιεις ένα καφεδάκι, αλλά και να φας στον Βόλο, είναι η περιοχή του Αγίου Νικολάου, που έχει αρκετές θέσεις στάθμευσης για μηχανές.’Ετσι δεν ανησυχείς που θα παρκάρεις την «καλή» σου. Αν θες κόσμο αρκετό και βαβούρα, πας στα καφέ που βρίσκονται στην οδό Δημάρχου Κονταράτου και στις παράλληλες και κάθετες με αυτή οδούς. Αν πάλι θες κάτι πιο χαλαρό, πας στην οδό Τάκη Οικονομάκη και στα πέριξ αυτής.

Ο Βόλος και οι γύρω περιοχές είναι γνωστές για τα τσιπουράδικα. Έχει όμως να δώσει πολλά περισσότερα στον επισκέπτη από αυτό. Μια γρήγορη ματιά στο διαδίκτυο και θα βρείτε αρκετά πράγματα να κάνετε και να δείτε.

Σημείο συνάντησης το ρολόι στην πλατεία του Αγ. Νικολάου

        Φεύγοντας την επόμενη μέρα από τις Νέες Παγασές, είπα να κάνω μια σύντομη στάση στον σιδηροδρομικό σταθμό του Βόλου, προτού συνεχίσω για Ελασσόνα. Η σύντομη αυτή στάση διήρκησε μιάμιση ώρα περίπου και αυτό γιατί ρώτησα ένα ευγενέστατο κύριο, τον Γιώργο, αν μπορώ να φωτογραφίσω κάτι παλιές ατμάμαξες που υπήρχαν σε ένα υπόστεγο. Μετά την θετική απάντηση ήταν τέτοιος ο ενθουσιασμός μου, που είχα αφήσει κλειδιά, gps, tank bag και μπουφάν χύμα πάνω στη μηχανή. Επιστρέφοντας, τα βρήκα όλα όπως τα άφησα.

Σιδηροδρομικός σταθμός Βόλου: Ο σταθμός λειτούργησε για πρώτη φορά το 1884 και η μορφή του κτιρίου είναι η ίδια από τότε που κατασκευάστηκε. Επίσης, είναι από τα λίγα κτήρια που δεν κατέστρεψαν οι σεισμοί του 1954-55. Το πάνω μέρος του κτιρίου, τώρα λειτουργεί ως μουσείο και έχει ελεύθερη είσοδο από Δευτέρα έως Παρασκευή 07:30 με 14:30, πάντα με τηλεφωνικό ραντεβού.







Αφού ευχαρίστησα και αποχαιρέτησα τον Γιώργο, συνέχισα τον δρόμο μου για Ελασσόνα, κάνοντας εκεί μια στάση για καφεδάκι. Έριξα μια ματιά στις χρονοαποστάσεις που είχα ακόμα να καλύψω μέχρι τη Θεσσαλονίκη, με ενδιάμεσες στάσεις τα χωριά των μυδοκαλλιεργητών στην δυτική και ανατολική όχθη του Δέλτα του Αξιού. Λαμβάνοντας, λοιπόν, υπόψη τον επιπλέον χρόνο που έκανα στον σταθμό του Βόλου, τον καιρό, το φως που απέμεινε και τον τύπο του δρόμου που θα ακολουθούσα, αποφάσισα να μπω στην Εθνική Οδό (καμία όρεξη δεν είχα), από την Λεπτοκαρυά μέχρι τα Νέα Μάλγαρα. Έτσι, λοιπόν, μετά την Ελασσόνα έκανα δεξιά στο Μικρό Ελευθεροχώρι, για Σπαρμό, Καρυές και Λεπτοκαρυά. Η παραπάνω διαδρομή μου πρόσφερε ωραίες εικόνες, λίγη βροχή και βοοειδή στην ομίχλη, την οποία σε κάποια σημεία την έκοβες με το μαχαίρι.



Κατεβαίνοντας προς Λεπτοκαρυά, άφησα πίσω μου βοοειδή και ομίχλη, πλήρωσα διόδια, Εθνική (τι βαρετά που είναι, τι ακριβά που είναι), έξοδος στα Νέα Μάλγαρα και τσουπ ο χωματόδρομος για το Δέλτα του Αξιού από τη μεριά του Λουδία (δυτική πλευρά). Ευτυχώς δεν ήταν για πολύ, λίγο στην αρχή, λίγο στο τέλος και στη μέση άσφαλτος με αρκετές τρύπες (το συγκεκριμένο Tracer δεν είναι για τέτοια). Φτάνοντας σταμάτησα μπροστά από την εκκλησία του Αγίου Νικολάου και κατευθύνθηκα προς τα εκεί που άκουσα ήχους μηχανημάτων. Ήταν οι μυδοκαλλιεργητές που συσκεύαζαν μύδια. Από αυτή τη πλευρά, το χωριό αριθμεί είκοσι δύο σπιτάκια, ενώ από την άλλη, τριάντα.



Πήρα ξανά τον ίδιο δρόμο για την επιστροφή, μέχρι να βρω αυτόν που οδηγεί στο Δέλτα από τη μεριά της Χαλάστρας, στην ανατολική πλευρά. Αυτό το «πλωτό» χωριό των μυδοκαλλιεργητών και ψαράδων είναι περισσότερο φωτογραφικό. Φτάνοντας αντικρίζω σκηνικό Αγγελόπουλου.





Η επιλογή μου να κινηθώ από Εθνική, αποδείχτηκε τελικά σωστή, καθώς έφτασα λίγο πριν το τελευταίο φως στο Grand Port Suites, το ξενοδοχείο μου για τις επόμενες ημέρες στη Θεσσαλονίκη. (Για τα ξενοδοχεία που έμεινα, θα αναφερθώ στο τέλος).

Το βράδυ συναντήθηκα με τον φίλο και σύντροχο Γιώργο Παπαδόπουλο. Πήγαμε για φαγητό και μετά με ξενάγησε στα Λαδάκικα. Δυστυχώς, η κούραση που είχα δεν μου άφησε πολλά περιθώρια διάθεσης και επέστρεψα σχετικά νωρίς στο ξενοδοχείο για ξεκούραση.

        Το πρόγραμμα της επόμενης ημέρας περιλάμβανε την Χαλκιδική σε μια διαδρομή, ας την πούμε κυκλική. Πρώτα όμως έκανα μια στάση εντός της Θεσσαλονίκης, για να επισκεφτώ τον φίλο μου Δημήτρη που είχα να δω κοντά στα 10 χρόνια.

Αφήνοντας πίσω μου την πόλη της  Θεσσαλονίκης, κατευθύνθηκα προς Χαλκιδική και πιο συγκεκριμένα προς Άγιο Νικόλαο, ένα χωριό 10 χιλιόμετρα από τη Νικήτη. Εκεί συνάντησα τον Απόστολο, που είχα γνωρίσει μόλις 2 μήνες νωρίτερα στο διήμερο που είχα κάνει στην Μονεμβασία. Του είχα πει πως αν ο δρόμος με οδηγήσει στα βόρεια, θα περάσω να πιούμε καφεδάκι. Και έτσι έγινε.

Συνέχισα προς Πυργαδίκια, Ιερισσό, Ολυμπιάδα, με μια σύντομη στάση που έκανα με θέα το Στρατώνι. Μετά την Ολυμπιάδα είμαι ξανά εντός του νομού Θεσσαλονίκης και μετά από λίγο βρισκόμουν στον Σταυρό. Πολλές αναμνήσεις από το μέρος και τις γύρω περιοχές. Το μυαλό προσπαθεί να ταιριάξει τις εικόνες που βλέπω, με αυτές της μνήμης μου. Κάποιες ήταν συγκεχυμένες. Λογικό μετά από κοντά 30 χρόνια. Έκανα κάνα δυο βόλτες μέχρι να βρω το σπίτι που έμενα το 1992-93.

Πυργαδίκια

Στρατώνι

Ολυμπιάδα

Με αναμνήσεις φορτωμένος, αφήνω πίσω μου τον Σταυρό, για να σταματήσω και πάλι μετά από λίγο στην διασταύρωση της Ρεντίνας. Εκεί υπάρχει ένα ψητοπωλείο, όπου «χτύπησα» δυο ψωμάκια με απ’ όλα. Συνέχισα για Θεσσαλονίκη από τον βορεινό παραλίμνιο δρόμο.

Προσοχή στις χήνες!

Μεταξύ των λιμνών Βόλβης και Κορώνειας υπάρχει ένα χωριό που ονομάζεται Νυμφόπετρα, όπου λίγο παραέξω υπάρχει ένα πάρκο με βράχους.

Πάρκο βράχων Νυμφόπετρας: Έξω από το χωριό υπάρχει ένα πάρκο με βράχους, όπου σύμφωνα με τον μύθο υπάρχουν δύο εκδοχές για το πώς δημιουργήθηκε. Η πρώτη είναι πως μια ομάδα κυνηγών που αναζητούσαν θηράματα, συνάντησαν τυχαία μια παρέα από νύμφες του δάσους που λούζονταν στα κρυστάλλινα νερά μιας πηγής. Οι άνδρες έμειναν να τις κοιτάζουν με έκσταση, αλλά η θεά Άρτεμις που τους αντιλήφθηκε, οργίστηκε με την ασέβειά τους και τους πέτρωσε στο σημείο όπου στέκονταν. Η δεύτερη είναι πως οι βράχοι προήλθαν από μια γαμήλια πομπή συνοδείας των μελλονύμφων προς την εκκλησία. Η νύφη, γεμάτη πλεονεξία, πήρε όλα τα πράγματα από το σπίτι της μητέρας της. Στο δρόμο θυμήθηκε ότι ξέχασε το αδράχτι με το σφοντύλι και έστειλε ανθρώπους να τα πάρουν. Με την πράξη της αυτή, η μητέρα της εξοργίστηκε με αποτέλεσμα η οργή να μετατραπεί σε κατάρα και έτσι η νύφη και η συνοδεία της μετατράπηκαν σε πέτρες.

Απέναντι από το πάρκο βράχων


Ο ήλιος έπαιζε κρυφτούλι με τα σύννεφα την ώρα που έδυε. Αυτό ήταν το σήμα της επιστροφής μου στη βάση. Αργά το απόγευμα επισκέφτηκα το Rider’s Club Hellas, που έχει την έδρα του στα Λαδάδικα.

Από την προηγούμενη ημέρα κιόλας είχα κανονίσει με την Άντζελα να ανέβει στη Θεσσαλονίκη για τις υπόλοιπες ημέρες της εκδρομής. Σημαντικό ρόλο στην απόφαση αυτή, ήταν το γεγονός ότι ήμουν τριβάλιτσος.

        Το πρωινό της Πέμπτης ήταν βροχερό. Τα προγνωστικά όμως ήταν αισιόδοξα. Από τις 12:00 και μετά προβλέπονταν βελτίωση του καιρού και στις 12:30 ήταν η άφιξη της πτήσης της Άντζελας. Μέχρι όμως να έρθει η ώρα εκείνη, πήγα στην παραλιακή για μερικά υγρά φωτογραφικά κλικ, στην περιοχή του Λευκού Πύργου. 







Λευκός Πύργος: Η σημερινή μορφή του Λευκού Πύργου οφείλεται στα οχυρωματικά έργα των Οθωμανών που αντικατέστησαν τα βυζαντινά και η κατασκευή του χρονολογείται μεταξύ 1450 και 1470. Σήμερα λειτουργεί ως μουσείο και έχει 6 ορόφους, με 34 μέτρα ύψος.

Ο Πύργος άλλαξε αρκετές φορές χρήση και αντίστοιχα, ονομασίες. Στην αρχή, το 1535, ονομαζόταν Πύργος του Λέοντος. Από τον 17ο αιώνα και μετά ονομαζόταν ανεπίσημα Kelemeriye Kal’asi (Φρούριο της Καλαμαριάς) και Πύργος των Γενιτσάρων. Το 1826, αποκτά το όνομα Kanli-Kule (Κανλί Κουλέ), δηλαδή Πύργος του Αίματος, λόγω των σφαγών από τους Γενίτσαρους.

Για την ονομασία που έχει σήμερα, υπάρχουν διάφορες εκδοχές. Μια εξ αυτών είναι πως ένας Εβραίος κατάδικος τον ασβέστωσε, με αντάλλαγμα την ελευθερία του το 1891.

Μέχρι το 1912 ο χριστιανικός πληθυσμός συνεχίζει να τον αναφέρει ως Κανλί Κουλέ (Πύργος του Αίματος), ενώ ο εβραϊκός υιοθετεί το Torre Blanca (Τόρε Μπλάνκα), ονομασία που υιοθετούν και οι Τούρκοι ως Beyaz-Kule (Μπεϊάζ Κουλέ), δηλαδή Λευκός Πύργος.

Από το αρχείο της τοπικής εφημερίδας της Θεσσαλονίκης, «ο Φάρος της Μακεδονίας», το άσπρισμα αλλά και τη μετονομασία του κτιρίου από Κανλί Κουλέ σε Μπεϊάζ Κουλέ, προσδιορίζεται κατά το καλοκαίρι του 1883. Όταν οι Έλληνες κατέλαβαν τη Θεσσαλονίκη το 1912, κατά τη διάρκεια του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, ο Πύργος είχε λευκό χρώμα, γεγονός που συμβόλιζε τον καθαρμό.

Το Ναυτικό μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912, λόγω της καίριας θέσης της Θεσσαλονίκης και του Λευκού Πύργου, εγκατέστησε σταθμό ασυρμάτου με κεραία τον ιστό της σημαίας του Λευκού Πύργου. Οι σύμμαχοι κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έκαναν χρήση του Λευκού Πύργου, στεγάζοντας εκεί το κέντρο Διαβιβάσεων. Στις 25 Μαρτίου του 1927 ο πρωτοπόρος ραδιοφωνικός παραγωγός Χρίστος Τσιγγιρίδης πραγματοποίησε την πρώτη του ραδιοφωνική εκπομπή με την κεραία του Ναυτικού.

Τα επόμενα χρόνια, μέχρι και το 1983, ο Λευκός Πύργος χρησιμοποιήθηκε ως χώρος εγκατάστασης της αεράμυνας της πόλης, ως εργαστήριο Μετεωρολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και ως έδρα των συστημάτων Ναυτοπροσκόπων της πόλης. 

Από το 2008 στεγάζει μόνιμη έκθεση αφιερωμένη στην ιστορική διαδρομή της πόλης από την ίδρυση της μέχρι τη σύγχρονη εποχή.

Αφού παρέλαβα την Άντζελα, πήγαμε στο ξενοδοχείο για να τακτοποιηθεί και από εκεί στο Νέο Αγιονέρι, όπου είχα κανονίσει συνάντηση για φαγητό με το φίλο μου Γιώργο. Είχα πολλά χρόνια να τον δω, ο χρόνος όμως, όπως φάνηκε, ήταν επιεικής μαζί του.

Το βράδυ αφήσαμε τη μηχανή στο ξενοδοχείο και περπατήσαμε στην παραλιακή και τους γύρω δρόμους. Κατά την επιστροφή μας περάσαμε από πολλά ωραία μαγαζιά και καθίσαμε σε ένα από αυτά για ποτάκι. Πάντα είχα την αίσθηση, ότι τα μαγαζιά στην Θεσσαλονίκη έχουν κάτι το ιδιαίτερο, το διαφορετικό.

        Ο επόμενος μας προορισμός, ήταν η ιστορική πόλη της Νάουσας. Εκεί μένει μία από τις ξαδέλφες μου στη βόρεια Ελλάδα, η Ολυμπία, με τον άντρα της τον Σωτήρη. Αφού καθίσαμε κάμποση ώρα συζητώντας τα γεγονότα των ετών που πέρασαν από την τελευταία φορά που είχαμε ειδωθεί, αναχωρήσαμε για τα Μονόσπιτα, ένα χωριό δέκα λεπτά από τη Νάουσα.

Οι συγγενείς που έχω στη βόρεια Ελλάδα προέρχονται από αυτό το χωριό. Εκεί συνάντησα την θεία μου Αθηνά, την Νίκη και τον γιό της Χάρη. Σε αυτά τα χρόνια που έχουμε να ειδωθούμε, πολλά έχουν γίνει. Άνθρωποι «έφυγαν», άλλοι μετακινήθηκαν, άλλοι άλλαξαν τρόπο βιοπορισμού και τα παιδιά γίναν άντρες και γυναίκες που ανέλαβαν τα ηνία. Περνάνε τα χρόνια σαν νερό.

Επόμενη στάση Βέροια. Ο καλός μου φίλος Στέλιος, με την γυναίκα του Ελένη μας έκαναν το τραπέζι στο σπίτι τους. Συζητήσαμε για τα παλιά και την πρόοδο των παιδιών μας, που είναι συνομήλικα. Με την κουβέντα είχαμε ξεχαστεί και το τελευταίο φως της ημέρας χάνονταν. Δε προτιμάμε να οδηγούμε τη νύχτα για λόγους ασφαλείας, αλλά δεν είχαμε και άλλη επιλογή. Επιστροφή λοιπόν από την Εθνική για να είμαστε πιο σίγουροι.

Το βράδυ ξαναπήγαμε προς την παραλιακή για να περπατήσουμε και να φωτογραφίσουμε. Τέλος, καταλήξαμε πάλι σε κάποιο από αυτά τα ωραία μαγαζάκια για ποτάκι.



        Βρισκόμαστε στα μέσα του Νοέμβρη και ο καιρός θυμίζει άνοιξη. Πρώτη μας στάση για σήμερα το Επταπύργιο, γνωστό και ως Γεντί Κουλέ, το οποίο χωρίζεται στο Βυζαντινό φρούριο και τις φυλακές που έγιναν αργότερα. Η είσοδος είχε 3€ και για τους άνεργους είναι δωρεάν.

Η είσοδος

Κάτοψη του χώρου

Επταπύργιο (Γεντί Κουλέ): Το κάστρα και τα τείχη στη Θεσσαλονίκη είναι δημιουργήματα προγενέστερων εποχών και η δημιουργία τους υπολογίζεται κατά την ίδρυση της το 315 π.χ. Τα κάστρα πήραν την οριστική τους μορφή κατά την εποχή του Μεγάλου Θεοδοσίου, στο τέλος του 4ου μ.Χ. αιώνα. Στη σημερινή μορφή είναι, μάλλον, έργο της Παλαιολόγειας εποχής (14ος αι.). Το 1430 η πόλη έπεσε στα χέρια των Οθωμανών και το 1431 έκαναν την μοναδική προσθήκη στο κάστρο, που είναι ο πύργος της κεντρικής εισόδου. Γύρω στο 1890, το φρούριο μετατράπηκε σε ανδρικές, γυναικείες και στρατιωτικές φυλακές. Κατεδαφίστηκαν τα υπάρχοντα κτήρια στο εσωτερικό, από τα οποία κανένα ίχνος δεν σώζεται σήμερα. Οι αλλαγές στις οχυρώσεις δεν ήταν σημαντικές, αν και ο πρωταρχικός τους ρόλος αντιστράφηκε: από την προστασία των κατοίκων από την εξωτερική απειλή, τώρα υπηρετούσε την απομόνωση κρατουμένων από τον έξω κόσμο. Επιπλέον κατασκευάστηκαν και νέα κτήρια κατά μήκος των δύο πλευρών των τειχών, ώστε να βελτιωθεί η λειτουργικότητα των φυλακών. Το 1984, η τότε κυβέρνηση ανακοίνωσε σχέδια μεταφοράς των φυλακών σε άλλο μέρος. Το 1987 μετά από εισαγγελική έρευνα για βασανιστήρια κρατουμένων από σωφρονιστικούς υπαλλήλους, οι φυλακές του Γεντί Κουλέ έγιναν πρωτοσέλιδα στις εφημερίδες. Τελικά, μετά από δύο χρόνια, το 1989, οι φυλακές μεταφέρθηκαν στα Διαβατά και το Επταπύργιο πέρασε στην αρμοδιότητα του Υπουργείο Πολιτισμού. Στο ισόγειο ενός από τα νεότερα κτήρια του συγκροτήματος λειτουργεί έκθεση σχετικά με τις φυλακές και κατά διαστήματα λαμβάνουν χώρα διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις και σε άλλα κλειστά κτήρια.

Για την ιστορία να σας πω ότι υπάρχει και το Επταπύργιο της Κωνσταντινούπολης που κατασκευάστηκε από τον Μωάμεθ τον Πορθητή, μετά την άλωση της Πόλης το 1453.

Ο σκληρότερος φύλακας του "Γεντί Κουλέ"

Ματιά στην "ελευθερία"

Πίσω από τα "σίδερα"


Απομόνωση




Στη συνέχεια συναντηθήκαμε με τον φίλο μου Δημήτρη και την σύζυγό του Πόπη. Κανονικά ήταν να βρεθούμε στο Πολύκαστρο απ’όπου κατάγονται, αλλά είχαν δουλειές στη Θεσσαλονίκη, έτσι  βρεθήκαμε να πίνουμε καφεδάκι στην πλατεία Αριστοτέλους. Κατά το μεσημεράκι αποχαιρετηθήκαμε και τραβήξαμε για το Πολύκαστρο για έναν ακόμη Δημήτρη, τον 3ο σε αυτό το μπαράζ συναντήσεων.


- Για εμένα δεν έχει κάτι;

Μετά και από αυτή τη συνάντηση επιστρέψαμε ξανά στη Θεσσαλονίκη. Το βραδάκι κλασικά βόλτα και ποτάκι.

        Τελευταία μας ημέρα στη Θεσσαλονίκη και το πρωί επισκεφτήκαμε τον Άγιο Δημήτριο και τη Ροτόντα. Ακολουθούν μερικές πληροφορίες:

Άγιος Δημήτριος: Ιδρύθηκε μετά το 313 μ.Χ. στον τόπο μαρτυρίου του Αγίου Δημητρίου. Το 412 με 413 μ.Χ., στον ίδιο χώρο έγινε μια μεγάλη τρίκλιτη βασιλική, που κάηκε μεταξύ 629 με 634. Μετά την πυρκαγιά, ο επίσκοπος Ιωάννης, με οικονομική ενίσχυση των πολιτών, έχτισε μια μεγαλύτερη πεντάκλιτη βασιλική που αποτελούσε κατά τη βυζαντινή εποχή το κέντρο λατρείας του Αγίου.

Το 1185, κατά την άλωση της πόλης από τους Νορμανδούς, αφαίρεσαν το σκήνωμα του Αγίου Δημητρίου. Τελικά βρέθηκε στο μοναστήρι του Αγίου Λαυρεντίου του Κάμπο στη Βόρεια Ιταλία και το 1978 επιστράφηκαν η κάρα και μέρος των λειψάνων του Αγίου. Το 1492 με 1493 ο ναός μετατράπηκε σε τζαμί με το όνομα Κασιμιέ Τζαμί. Η μεγάλη πυρκαγιά του Αυγούστου το 1917 κατέστρεψε τα 2/3 της πόλης μαζί και τον Ναό του οποίου η καταστροφή ήταν σχεδόν ολοκληρωτική. Αναστηλώθηκε το 1948 χάρη στον αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχο και δόθηκε πάλι στη λατρεία των πιστών στις 26 Οκτωβρίου του 1949, την ημέρα της γιορτής του Αγίου. Το 1988 ο ναός ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO.


Ροτόντα: Η Ροτόντα είναι θολωτό κυκλικό κτίσμα του 4ου αιώνα μ.Χ., παρόμοιο με το Πάνθεον της Ρώμης που χτίστηκε τον 1ο αιώνα π.Χ. Η αρχική χρήση της δεν είναι γνωστή, αλλά διατυπώθηκαν ως τώρα διάφορες υποθέσεις όπως αυτή που λέει ότι προοριζόταν για Μαυσωλείο του Γαλέριου. Μέχρι το 1430 λειτούργησε ως χριστιανικός ναός, μετά όμως την επικράτηση των Οθωμανών σε όλες οι εκκλησίες υψώθηκαν μιναρέδες και σταδιακά μετατράπηκαν σε τζαμιά. Η Ροτόντα μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος από τον σεϊχη Hortaci Suleiman Efendi το 1591. Μετά την Απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, το 1912, αφιερώθηκε στον Άγιο Γεώργιο. Συμπεριλαμβάνεται στα Παλαιοχριστιανικά και Βυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.




Βγαίνοντας από την Ροτόντα είδαμε πως η συννεφιά που είχε από το πρωί είχε «βαρύνει» ακόμα περισσότερο. Περπατήσαμε μέχρι τον Λευκό Πύργο για μερικές ακόμη φωτογραφίες, μέχρι η ώρα να πάει 12:00 όπου είχαμε κανονίσει καφεδάκι με την Φανή, φίλη και συνάδελφο της Άντζελας, στο καφέ του Μεγάρου Μουσικής.



Φτάνοντας, ξεκίνησε η βροχή που κράτησε μέχρι νωρίς το απόγευμα. Στο ξενοδοχείο επιστρέψαμε ψιλό μουσκίδι.

Μόλις σκοτείνιασε ξεκινήσαμε με τα πόδια από το Βαρδάρη όπου βρίσκεται το ξενοδοχείο, για να πάμε στο Επταπύργιο. Ακολουθήσαμε μια διαδρομή από στενά σοκάκια μέχρι να φτάσουμε στα φωτισμένα τείχη της Άνω Πόλης. Κατά την επιστροφή μας στο ξενοδοχείο σταματήσαμε σε ένα καφενείο που βρίσκεται πάνω από την Ρωμαϊκή αγορά. Για καλή μας τύχη, άρχισε να βρέχει μόλις κάτσαμε.

        Η εκδρομή φτάνει στο τέλος της, με μια ακόμη διανυκτέρευση να απομένει στον Βόλο. Ο καιρός αποδείχτηκε επιεικής μαζί μας. Έτσι επέλεξα το ορεινό δρομολόγιο αντί της Εθνικής, που θα επέλεγα αν έβρεχε. Από τη Θεσσαλονίκη κατευθυνθήκαμε προς Βέροια και από εκεί προς το Ελατοχώρι Πιερίας. Η διαδρομή στην αρχή της πηγαίνει παράλληλα με τον Αλιάκμονα, χαρίζοντάς μας ωραίες εικόνες.

Αλιάκμονας

Φτάνοντας στο χωριό Σφηκιά καθίσαμε στο καφενείο του χωριού. Συζητήσαμε με τους ντόπιους, που στην πλειοψηφία τους ήταν μεγάλης ηλικίας. Το συμπέρασμα για πολλοστή φορά είναι πως τα χωριά μας γερνούν και ερημώνουν. Χαιρετίσαμε τους συμπαθέστατους κυρίους και αναχωρήσαμε.

Φτάνοντας στο Ελατοχώρι αντικρίσαμε τον επιβλητικό Όλυμπο χιονισμένο και συνεχίσαμε προς Ελασσόνα. Στην Καλλιθέα Ελασσόνας στρίψαμε προς Συκαμινέα, Λάρισα και τέλος στο Βόλο.

Το απόγευμα συναντηθήκαμε με τις φίλες μας Λένα και Άσπα. Τις γνωρίσαμε το καλοκαίρι του 2019 στην Αγία Κυριακή, όπου διατηρούν ξενώνα, στο ταξίδι “COVID-19 Προορισμός Ελλάδα”.

Κλείσαμε αυτό το ταξίδι βλέποντας καλούς φίλους και την πόλη του Βόλου να ετοιμάζεται ενόψει Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς. 


        Το δρομολόγιο της επιστροφής είχε Εθνική και επαρχιακό καθώς θέλαμε να είμαστε νωρίς στην Αθήνα, όπου στην ουσία και τελείωσε το ταξίδι μας.

Ξενοδοχεία

    Βόλος: Το ξενοδοχείο Καραγιάννης στις Νέες Παγασές έχει χώρο για τα μηχανάκια ακριβώς έξω από το ξενοδοχείο, καθώς δεν περνάνε από εκεί αυτοκίνητα. Η τιμή του δίκλινου, δεδομένου της κατάστασης, ήταν αρκετά καλή και αν λάβετε υπόψη και το πλούσιο πρωινό που περιλαμβάνεται στην τιμή, τότε τα πράγματα γίνονται ακόμα καλύτερα. Τα δωμάτια και οι κοινόχρηστοι χώροι είναι καθαροί. Η απόσταση από τον Βόλο είναι 7 χλμ και απέχει από την πλαζ μόλις 50 μέτρα.  Το καλύτερο όμως όλων βρίσκεται στην επικοινωνία που είχα με τον Δημήτρη και την Ασημίνα, ιδιοκτήτες της οικογενειακής επιχείρησης, αλλά και με το προσωπικό. Όλοι τους ευγενέστατοι και εξυπηρετικοί.

    Θεσσαλονίκη: Το Grand Port Suites βρίσκεται στην περιοχή του Βαρδάρη. Τα μηχανάκια παρκάρουν ακριβώς απέναντι από την ρεσεψιόν, που λειτουργεί σε 24ώρη βάση. Και εδώ είχε καλή τιμή με πλούσιο πρωινό και εξυπηρετικό προσωπικό. Τα δωμάτια είναι καθαρά, όπως και οι κοινόχρηστοι χώροι. Τα 10 με 15 λεπτά πεζοπορίας που χρειάζεται μέχρι το κέντρο, προσωπικά δε με ενοχλεί καθόλου, ίσα-ίσα που μου αρέσει. Στις μέρες που έμεινα συνάντησα πολλούς ενοίκους (οικογένειες στην πλειοψηφία τους) από τις γειτονικές χώρες και κυρίως από την  Τουρκία.

Επίδραση του χρόνου

Συναντώντας συγγενείς και φίλους που είχα αρκετά χρόνια να δω, συνειδητοποίησα πως ο χρόνος δεν είναι για όλους αμείλικτος. Μερικούς απλά τους προσπερνά. Άλλους του είδα όπως σχεδόν τους είχα αφήσει την τελευταία φορά που ειδωθήκαμε, ενώ άλλοι είχαν πάνω τους την υπογραφή του χρόνου ως αποδεικτικό ότι ‘‘ο χρόνος πέρασε από εδώ’’. Είναι εκείνα τα πρώτα δευτερόλεπτα που χρειάζεσαι για να «παντρέψεις» την τελευταία σου εικόνα του ατόμου που έχεις μπροστά σου, με την όποια αλλοίωση έχει δημιουργήσει σε αυτήν ο χρόνος, με αυτή που καταγράφει εκείνη τη στιγμή ο εγκέφαλός σου. Αφού γίνει αυτό το αστραπιαίο ταξίδι πίσω στο χρόνο και επιστροφή στο παρόν, τότε όλα μπαίνουν σε μια σειρά και συνεχίζεις από εκεί που είχες μείνει την τελευταία φορά που ειδωθήκατε.

Γνωριμίες του δρόμου

Πόσες φορές δεν έχουμε πει σε όλους αυτούς που έχουμε συναντήσει και γνωρίσει «θα τα πούμε». Λόγια που πέφτουν στο κενό τις περισσότερες φορές, είτε λόγω έλλειψης χρόνου, είτε γιατί τελικά δεν εννοούσαμε αυτό που είπαμε. Φυσικά και δεν αποτελώ εξαίρεση από τα παραπάνω. Προσωπικά έχω επισκεφτεί αρκετές γνωριμίες και δεν μετάνιωσα για καμιά.

Κλείνοντας θα πω κάτι που έχω επισημάνει μετά από τις καραντίνες του κορονοϊού. Η συχνότητα με την οποία χαιρετιόμαστε στο δρόμο έχει μειωθεί αρκετά.

Μια ακόμη ιστορία μοτοσυκλέτας φτάνει στο τέλος της. Ελπίζω να σας ταξίδεψα και ακόμα καλύτερα να σας βοήθησα σε κάποιο πλάνο εκδρομής. Καλούς δρόμους!!!

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια