Εξερευνώντας την Ελλάδα (+Βίντεο)


Κείμενο: Κώστας Μανούσος 
Φωτογραφίες και Βίντεο: Κώστας Μανούσος

ΤΑ ΠΑΝΩ - ΚΑΤΩ

    Τι να πει κανείς για το έτος 2020; Ποιες λέξεις θα το χαρακτήριζαν καλύτερα; Πανδημία, εγκλεισμός, οικονομική ασφυξία, απώλειες θέσεις εργασιών, αβεβαιότητα; Ο κατάλογος είναι μακρύς. Αυτό αφορά βέβαια όλο τον πλανήτη. Επιπλέον μπόνους για την χώρα μας είναι η διαρκής και αυξανόμενη ένταση στο Αιγαίο από τους γείτονες. Κρατάει χρόνια αυτή η κολώνια.

Ο κορωνοϊός, ή αλλιώς Covid-19, άλλαξε τις ζωές μας για πάντα. Την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές (17-12-2020), στις ειδήσεις αναφέρουν πως έχει βρεθεί το εμβόλιο κατά του ιού και αναμένεται να παρθεί η έγκριση από την Ε.Ε. ώστε να ξεκινήσουν οι εμβολιασμοί στα κράτη – μέλη. Εκεί έχει στηρίξει ο κόσμος την ελπίδα του για να πάρει τη ζωή που ήξερε πίσω. Είναι όμως αυτό το φως στο τέλος του τούνελ;

Εμείς ταξιδέψαμε και την εποχή της πανδημίας. Όχι βέβαια εκεί που είχαμε προγραμματίσει από την προηγούμενη κιόλας χρονιά.

Πάμε 11 μήνες πίσω. Μέσα Ιανουαρίου και οι ειδήσεις παίζουν όλο και περισσότερο για τον κορωνοϊό στην Κίνα. Στις 24 του ίδιου μήνα μαθαίνουμε ότι ο ιός έχει περάσει τα σύνορα της Κίνας και μετά από ένα μήνα, στις 26 Φεβρουαρίου του 2020, το πρώτο κρούσμα στην Ελλάδα είναι γεγονός. Ο “Σωτήρης” για τους επόμενους μήνες θα μονοπωλεί τις οθόνες μας. Η πρώτη από τις πολλές απαγορεύσεις που θα ακολουθήσουν έρχεται λίγο πριν από την 1η Μαρτίου και αφορά το καρναβάλι της Πάτρας.

Όσο ο καιρός περνάει και ο “Σωτήρης” και το SMS 13033 γίνονται καθημερινότητα, τόσο απομακρύνονται η Νορβηγία και οι χώρες Βαλτικής, προορισμοί στο ταξίδι μας για το 2020. Τελικά τον Απρίλιο παίρνουμε την απόφαση με την Άντζελα να ακυρώσουμε το ταξίδι, χωρίς να υπάρχει κάτι άλλο στον ορίζοντα.

Γεια σου Νορβηγία, γεια σου χώρες Βαλτικής, γεια σου ταξίδι!

Στην ίδια μοίρα βρίσκονται πάρα πολλοί άλλοι μοτοσικλετιστές και όχι μόνο.

Με αυτά και με αυτά φτάσαμε στο τέλος του 1ου εγκλεισμού στις αρχές Μαΐου. Ο κόσμος επιστρέφει στις δουλειές του, όσοι δηλαδή τις έχουν ακόμα, και κατά κάποιον τρόπο επιστρέφει η κανονικότητα. Κοιτάζοντας το μέλλον με αισιοδοξία για καλύτερες ημέρες, ο σπόρος του ταξιδιού δεν άργησε να φυτευτεί στο μυαλό μας και να βγάλει σύντομα καρπούς. Αποφασίσαμε να εκδράμουμε εντός της Ελληνικής επικράτειας τον μήνα Αύγουστο. Μια εβδομάδα πριν την αναχώρηση μας, κλείσαμε μια διανυκτέρευση στην Αγία Κυριακή και άλλη μια σε μια Μονή εκεί κοντά. Τίποτε άλλο. Το πρόγραμμα ήταν ελεύθερο για όπου μας βγάλει.

(Επιπλέον πληροφορίες θα βρείτε στο τέλος του κειμένου)


ΑΓΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗ

    Μετά από μια εβδομάδα, την Κυριακή 2 Αυγούστου, στις 07:00 αναχωρήσαμε ο καθένας με τη μηχανή του, από την εθνική οδό για την Αγία Κυριακή στη Μαγνησία. Η Άντζελα με το Tracer ανέβασε από νωρίς ρυθμό και έτσι προπορεύονταν σε όλη σχεδόν τη διαδρομή. Στην έξοδο που πάει για Νέες Παγασές είχαμε δώσει ραντεβού και από εκείνο το σημείο και ύστερα ταξιδεύαμε παρέα. Νέες Παγασές φτάσαμε στις 09:30 και ήπιαμε το καφεδάκι μας αγναντεύοντας απέναντι την πρωτεύουσα της Μαγνησίας και το επιβλητικό βουνό των Κενταύρων.

Ο καιρός μέχρι στιγμής σε τίποτα δε θύμιζε Αύγουστο μήνα. Βαριά συννεφιά πάνω από τον Βόλο και  μπουμπουνητά ηχούσαν στον κόλπο. Ο καιρός κινούνταν νότια και είπαμε να καθίσουμε λίγο παραπάνω στον καφέ. Αφού κλείσαμε δίωρο στις Νέες Παγασές, ξεκινήσαμε για Αγία Κυριακή.

Οι πρώτες γραμμές του  κειμένου που διαβάζετε.

Η απόφαση που πήραμε να περιμένουμε ήταν σωστή, καθώς μετά το Βόλο και έχοντας κατεύθυνση νότια, «πέσαμε» στην ουρά του σύννεφου που άφηνε τις τελευταίες σταγόνες, προτού αυτό απομακρυνθεί από την περιοχή. Η διαδρομή μέχρι την Αγία Κυριακή γίνεται από επαρχιακό δρόμο σε καλή κατάσταση θα πω, με αυξημένη κίνηση. Αυτόματα έρχεται η σκέψη στο μυαλό, τι γίνεται εδώ από κίνηση όταν έχει κανονική τουριστική προσέλευση; Μετά τη Μηλίνα η κίνηση αραίωσε και η διαδρομή έχει να προσφέρει περισσότερα στη ματιά του ταξιδευτή, αλλά και στον οδηγό που θα θελήσει να δώσει κάποιες μοίρες κλίσης παραπάνω. Μέχρι το 1984 όπου έγινε και ο δρόμος, η πρόσβαση στη Χερσόνησο του Τρίκερι γίνονταν μόνο με πλοία.

Βγαίνοντας από τον κεντρικό, ακολουθήσαμε την σήμανση για Αγία Κυριακή και πήραμε την ανηφόρα. Όσο ανηφορίζαμε, το μπλε του Παγασητικού γέμιζε τους καθρέφτες μας και ακριβώς στον «αυχένα», έχεις εμπρός τη θέα του δίαυλου Τρικερίου. Ο δρόμος είναι στενός με καλή άσφαλτο, κάτι που δε συμβαίνει μπαίνοντας στην Αγία Κυριακή. Στην είσοδο του χωριού υπάρχει ένα παρκινγκ. Εκεί τελειώνει και η άσφαλτος. Οδηγώντας στο βατό χωματόδρομο, έχουμε στα αριστερά μας τον κόλπο της Αγίας Κυριακής με αρκετές ψαρόβαρκες και 2-3 μικρές παραλίες. 

Αγία Κυριακή από τα Βορειοδυτικά.
Μπροστά και στο βάθος δεξιά είναι οι χώροι στάθμευσης πριν από τις εισόδους στο χωριό.
  

Ο χωματόδρομος δίνει τη θέση του στο λιθόστρωτο στενό δρομάκι όπου ξεκινάνε και τα πρώτα σπίτια του χωριού. Μόνο ένα αυτοκίνητο χωράει να περάσει τη φορά. Ευτυχώς που ήμασταν με τα μηχανάκια. Σταματώντας για να τηλεφωνήσω στη Λένα, ώστε να μου δώσει ακριβείς οδηγίες για το κατάλυμα. Συνειδητοποιούμε πως ο Αύγουστος έχει επιστρέψει για τα καλά.

Στη διασταύρωση που πάει για το κατάλυμα είχαμε συνεννοηθεί από το τηλέφωνο ότι θα μας περίμενε η Λένα με χαμόγελο στα χείλη και το φούξια καπέλο της. Το δωμάτιο είναι καθαρό, περιποιημένο και στο τραπεζάκι μας περιμένει γλυκό κουταλιού για το καλωσόρισμα.

Αφού αλλάξαμε και πήραμε πληροφορίες από τα κορίτσια (όπου κορίτσια, Λένα και η αδελφή της Άσπα) για το χωριό, φύγαμε για το ναυάγιο «Καλή Τύχη», κατ’ όνομα μόνο, που βρίσκεται μόλις μερικά μέτρα από το καρνάγιο του χωριού. 

Λένα και Άσπα

Το «Καλή Τύχη» ναυπηγήθηκε το 1917 στην Ολλανδία. Το πλοίο είχε καταπλεύσει στη χαλυβουργία Βόλου και φορτωμένο με 230 τόνους σιδήρου απέπλευσε για το Ηράκλειο Κρήτης. Η βύθισή του στην ακτή της Αγίας Κυριακής οφείλεται στην προσπάθεια του κυβερνήτη να διασώσει το πλοίο, ο οποίος το κατεύθυνε μέχρι εκεί μετά από την εισροή υδάτων. Η πρύμνη του βρίσκεται σε βάθος μόλις 2 μέτρων και η πλώρη στα 17. Μάσκα, κάμερα, βουτιά.




Για όποιον ενδιαφέρεται στο χωριό λειτουργεί καταδυτικό κέντρο. Το χωριό έχει αρκετές ψαροταβέρνες. Εμείς πήγαμε εκεί που μας πρότειναν τα κορίτσια.

 


Το απόγευμα επισκεφτήκαμε τον ναό της Αγίας Κυριακής και περπατήσαμε το υπόλοιπο χωριό.

Το βράδυ εισερχόμενοι στην αυλή του καταλύματος, ήταν τα κορίτσια και ο άντρας της Άσπας, Χρήστος. Μας προσκάλεσαν να καθίσουμε παρέα και ξέρετε πως συνεχίζουν τέτοιου είδους προσκλήσεις. Μας κέρασαν τσίπουρο και κρασί και επειδή δεν πάνε σκέτα, τα κορίτσια ετοίμασαν μεζέ. Η θεματολογία της συζήτησης, ποικιλόμορφη και πολύωρη, όπως άλλωστε ταιριάζει σε μια ελληνική παρέα. Ειδικά το 2020 έχει μεγάλη ποικιλία θεμάτων προς συζήτηση.

Από το απόγευμα κιόλας, με την Άντζελα είχαμε πει να μείνουμε ακόμα μια ημέρα στην Αγία Κυριακή, όχι όμως για την επόμενη ημέρα, αλλά για την μεθεπόμενη. Έτσι λοιπόν όταν μας ρώτησαν για το ταξίδι μας, τους είπαμε πως για την επομένη το πρωί, είχαμε κανονίσει να πάμε στο Παλαιό Τρίκερι καθώς είχαμε προγραμματίσει διαμονή στην Μονή Ευαγγελίστριας και πως θα θέλαμε να μείνουμε ακόμη μια μέρα στην Αγία Κυριακή αν είχαν ελεύθερο κάποιο δωμάτιο, με σκοπό να γνωρίσουμε και τα άλλα χωριά. Δυστυχώς τα κορίτσια δεν είχαν. Δεν μας άφησαν όμως έτσι.

Η ώρα ήταν περασμένη, το αλκοόλ αρκετό και τα θέματα δε τελειώνουν ποτέ. Πήγαμε για ύπνο κυριολεκτικά γεμάτοι. Κάναμε καινούργιες γνωριμίες εκείνη τη μέρα και με την Λένα κρατήσαμε επαφή.

 

ΠΑΛΑΙΟ ΤΡΙΚΕΡΙ - ΤΡΙΚΕΡΙ

    Το πρωί, την ώρα που ετοιμάζαμε τα πράγματα μας για το Παλαιό Τρίκερι, ακούσαμε τα κορίτσια να τραγουδούν κατά τη διάρκεια κάποιων εργασιών που  κάνανε. Ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπό μας. Ο καλύτερος τρόπος για να ξεκινήσει η μέρα σου. Η Λένα μας κανόνισε δωμάτιο σε άλλο κατάλυμα λίγο παρακάτω, έτσι αφήσαμε τα πράγματα που δεν χρειαζόμασταν και το Beverly.

Λίγο πριν τις 10:00 αποχαιρετήσαμε προς το παρόν τα κορίτσια και με το Tracer φορτωμένο με τα απαραίτητα (μαγιό, πετσέτες, μαξιλάρια, σεντόνια κτλ), ανηφορήσαμε για το Τρίκερι. Το Τρίκερι είναι χτισμένο στην κορυφή του υψώματος, ακριβώς πάνω από την Αγία Κυριακή. Λόγω της ευκολότερης πρόσβασης από την θάλασσα παρά από την ορεινή και απόκρημνη ενδοχώρα απέκτησε χαρακτήρα νησιού και ανέπτυξε ιδιαίτερα την ναυτιλία. Το 1821 διέθετε έναν από τους μεγαλύτερους εμπορικούς στόλους.

Καθίσαμε για καφεδάκι στην πλατεία και σε ελάχιστη ώρα μάθαμε τα ντόπια νέα από τις συζητήσεις των γερόντων – σοφών του χωριού. Τα νέα από τα τριγύρω χωριά έρχονται με τον οπωροπώλη και τον ιχθυοπώλη. Ξαφνικά ο κορωνοϊός υπάρχει μόνο σαν ιστορία στο μυαλό μας, τίποτα δεν θυμίζει την άνοιξη που πέρασε (που να ξέραμε…).

Συνεχίσαμε για Αλογόπορο και πλησιάζοντας φαίνεται απέναντι το Παλαιό Τρίκερι.

Παλαιό Τρίκερι

Ο Αλογόπορος (το πέρασμα των αλόγων) είναι περιοχή μόλις 7 χιλιόμετρα από το Τρίκερι, όπου οι Τρικεριώτες και άλλοι περνούσαν τα άλογα και τα ζώα τους στο Παλαιό Τρίκερι. Εκεί υπάρχει μια ταβέρνα, ένα υπαίθριο παρκινγκ και φυσικά μια μικρή προβλήτα, όπου γίνεται η επιβίβαση και αποβίβαση στα θαλάσσια ταξί. Αφού ασφαλίσαμε το Tracer κατά της πτώσης και κατά της κλοπής (φύλαγε τα ρούχα σου…) πήγαμε μέχρι την προβλήτα λίγα μέτρα παρακάτω. 

Σε λίγα λεπτά είχαμε επιβιβαστεί στο θαλάσσιο ταξί και πέντε λεπτά αργότερα αποβιβαστήκαμε στον οικισμό στο Παλαιό Τρίκερι.

Εφτακόσια μέτρα πιο πάνω βρίσκεται η Μονή Ευαγγελίστριας, το «σπίτι» μας για απόψε.

Πήραμε τον ανηφορικό τσιμεντοστρωμένο δρόμο και σε 10 λεπτά περίπου βρισκόμασταν στην είσοδο της Μονής. 


Η Μονή είναι χτισμένη στα 129 μέτρα, το υψηλότερο σημείο του νησιού και βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο. Αφορμή για την κτίση της το 1825 ήταν το θαύμα της ευρέσεως της εικόνας της Παναγίας στη ρίζα μιας ελιάς και αποπερατώθηκε το 1838.


Μετά από 110 χρόνια περίπου, από το 1948 μέχρι το 1953, το νησί γνώρισε μαύρες μέρες καθώς υπήρξε τόπος εξορίας για πέντε χιλιάδες γυναίκες όλων των ηλικιών.

Η επιστάτρια της Μονής έχει ύφος αυστηρό και απόμακρο. Θέλει τρόπο και όχι κόπο. Το κελί 32 μας έτυχε. Ευτυχώς το δωμάτιο είχε μια ελαφρώς ταλαιπωρημένη σήτα. Καθάρισμα δωματίου, ψέκασμα, μαγιό, πετσέτες και πάμε να δούμε το νησί.


Σε δύο με τρεις ώρες μπορείς να δεις όλο το νησί, τόσο μεγάλο είναι. Υπάρχουν μονοπάτια που οδηγούν σε κάθε γωνιά του νησιού. Ακολουθώντας τις σημάνσεις είτε θα βρεθείς σε κάποια από τις παραλίες ή θα βρεθείς στους χώρους που χρησιμοποιούσαν οι εξόριστες γυναίκες για, διαμονή, σίτιση, κ.τ.λ.

Αφού τελείωσε η περιήγηση μας ακολουθήσαμε την σήμανση για την παραλία “Πράσινη Άμμος”.

Για όποιον δεν θέλει να περπατήσει, υπάρχει η δυνατότητα να σας πάει το θαλάσσιο ταξί, μετά βέβαια από τη σχετική συνεννόηση. Απαραίτητα να έχετε μαζί σας νερό, καπέλο, αντηλιακό, βιβλίο και κάτι φαγώσιμο.


Ευτυχώς στην άκρη της παραλίας υπήρχε ένας μικρός κάδος απορριμμάτων, το οποίο δυστυχώς όμως ήταν γεμάτο και σε ακτίνα 5 μέτρων σκορπισμένα τα σκουπίδια. Καλό είναι να παίρνουμε μαζί μας τα σκουπίδια. Αυτό ήταν το μόνο αρνητικό και πάλι θα πω δυστυχώς είναι μια εικόνα που  έχουμε συναντήσει και σε διάφορα βουνά της χώρας στις πεζοπορικές μας εξορμήσεις. Μετά από αρκετή ώρα φύγαμε από την παραλία με προορισμό τον οικισμό του νησιού.

Στο νησί λειτουργούν δύο ψαροταβέρνες, οι οποίες αν θυμάμαι καλά έχουν και τα θαλάσσια ταξί που εξυπηρετούν το νησί. Εμείς επισκεφτήκαμε και τις δυο κατά την εκεί παραμονή μας. Αρκετή η κίνηση στο μικρό λιμανάκι, σκάφη όλων των μεγεθών έδεναν ακριβώς δίπλα στο τραπέζι μας, τόσο κοντά στη θάλασσα ήμασταν.


Μετά το φαγητό βρήκαμε μια παραλία που πρόσφερε παχιά σκιά και ηρεμία. Συντροφιά μας ο γλυκός αέρας, ο παφλασμός της θάλασσας και ο νανουριστικός ήχος από κάποια μηχανοκίνητα σκάφη που περνούσαν στο βάθος.

Μετά τη μεσημεριανοαπογευματινή σιέστα γυρίσαμε προς τον οικισμό για το απογευματινό καφεδάκι.Μετά από αρκετή ώρα επιστρέψαμε στη Μονή, κάναμε ντους στα κοινόχρηστα λουτρά και λίγο πριν το τελευταίο φως πήραμε κάποιες φωτογραφίες στα πέριξ της Μονής. Το βράδυ, η πολύ ησυχία, μας προκάλεσε ανησυχία. Τι παράδοξο! Είχε και πανσέληνο.



Την αυγή ο αλέκτωρ λάλησε σίγουρα πολύ περισσότερο από τρείς φορές και δεν ήταν ένας, ήταν πολλοί. Να πω την αμαρτία μου κάποιον από αυτούς τον έκανα εικόνα παρέα με μακαρόνια και κόκκινη σάλτσα. Δε βαριέσαι όμως. Αφού μας ξύπνησαν, ας δούμε την ανατολή του ηλίου. Σιγά – σιγά μαζέψαμε τα πράγματά μας. Σεντόνια και μαξιλάρια, τα αφήσαμε προίκα. Κατεβαίνοντας στο λιμανάκι, ήρθαμε σε επικοινωνία με τον Ανέστη (είναι αυτός που έχει ένα από τα θαλάσσια ταξί) και λίγο πριν τις 08:00 χαιρετούσαμε το παλιό Τρίκερι. Φορτώσαμε τη μηχανή και χαλαρά κάναμε τα 11χλμ επιστροφής μέχρι την Αγία Κυριακή. Όταν φτάσαμε πήγαμε στη Λένα και αυτή με τη σειρά της μας οδήγησε στο κατάλυμα του Κυρ Γιώργη 50 μέτρα πιο πέρα. Σπίτι ολόκληρο και πεντακάθαρο. Φορέσαμε τα μπανιερά μας, πήραμε τα απαραίτητα, αλλάξαμε μηχανές και πάμε να γνωρίσουμε το Τρίκερι και την γύρω περιοχή.

Πρώτη στάση το καρνάγιο της Αγίας Κυριακής για μερικές φωτογραφίες.


Συνεχίσαμε για Γεροπλίνα όπου από τον όρμο ξεκινά ένα μονοπάτι 800 μέτρων μέχρι το ακρωτήρι Καβούλια.

Εκεί βρίσκεται ο φάρος του Τρίκερι. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια στον φάρο κατοικούσε ένας μόνιμος φαροφύλακας. Τώρα η λειτουργία του είναι αυτόματη. Ο φάρος κατασκευάστηκε το 1854 από την γαλλική εταιρεία φάρων και το ύψος του είναι 9 μέτρα.


Επιστροφή στον όρμο και από εκεί μερικά μέτρα παρακάτω υπάρχει μια μικρή παραλία με άμμο, την οποία και βέβαια επισκεφτήκαμε. Η μικρή παραλία ήταν γεμάτη από κόσμο, κυρίως οικογένειες με μικρά παιδιά.

Κατά το μεσημέρι και 10χλμ πιο μακριά βρεθήκαμε στις Κόττες. Οι Κόττες είναι ένας παραθαλάσσιος οικισμός που βλέπει τον Παγασητικό. Ένα απομακρυσμένο μικρό λιμανάκι με ψαροταβέρνες και ιδανικό μέρος για όποιον θέλει ησυχία. Μετά την παραλία και τα παιδάκια δεν μπορούσα να φανταστώ καλύτερο μέρος για μετά. Ακόμη και τα προηγούμενα χρόνια που δεν υπήρχε η πανδημία η κίνηση ήταν περιορισμένη με τους ντόπιους και κάποιους τουρίστες να διαταράσσουν ευχάριστα την ηρεμία. Την ώρα που φτάσαμε στις Κόττες βρήκαμε μόνο μια ψαροταβέρνα ανοιχτή και τις επόμενες δυο με τρεις ώρες  τις περάσαμε εκεί. Επιστρέψαμε στην Αγία Κυριακή για ξεκούραση και το απόγευμα ανεβήκαμε στο Τρίκερι.

Το Τρίκερι χτίστηκε στην τωρινή του τοποθεσία στις αρχές του 17ου αιώνα, όταν μεταφέρθηκε ο πληθυσμός του από το Παλαιό Τρίκερι (αρχαία Κίκυνηθο). Ο λόγος γι’ αυτό  ήταν οι πειρατές και στο Παλαιό Τρίκερι ήταν ευάλωτοι. Στη νέα τοποθεσία είχαν τη δυνατότητα να ελέγχουν τα θαλάσσια περάσματα. Εκδιωγμένοι Μανιάτες και Bλάχοι της Πίνδου εποίκισαν την περιοχή μαζί με τους γηγενείς. Η παράδοση λέει πως το έχτισαν εκεί όπου έσβησαν από τον αέρα και τα τρία κεριά που άναψαν. Λόγω του βραχώδους εδάφους, που δεν επέτρεψε την ανάπτυξη της γεωργίας, στράφηκαν στη θάλασσα και μάλιστα επιδόθηκαν και στην πειρατεία. Αφού απέκτησαν σημαντικό στόλο τον 18ο αιώνα ίδρυσαν την Αγία Κυριακή. Σημαντική υπήρξε η συμμετοχή των Τρικεριωτών στην Eπανάσταση του 1821 καθώς υπήρξε μία από τις βάσεις της Φιλικής Εταιρείας και έδωσαν τα πλοία τους για τον αγώνα της επανάστασης.

Με το Τρίκερι να βρίσκεται ανάμεσα από τις Κόττες που έχει λιμάνι εντός του Παγασητικού, και της Αγίας Κυριακής που έχει πρόσβαση στα στενά της Εύβοιας και γρήγορη έξοδο στο Αιγαίο, καταλαβαίνει αμέσως κανείς τη σπουδαιότητα της θέσης. Η επικοινωνία με τα δύο λιμάνια γίνονταν από μονοπάτια. Αυτό που πηγαίνει στην Αγία Κυριακή το έχουν λιθοστρώσει και έχει μια υψομετρική διαφορά περίπου 300 μέτρων.

Από το Τρίκερι αιχμαλωτίζουμε με την φωτογραφική μηχανή μια στιγμή από τη δύση του ηλίου. Η  επόμενη δύση θα μας έβρισκε σε μια άλλη γωνιά της χώρας μας.



ΒΕΛΙΚΑ

    Δέκα ώρες μετά το τελευταίο φωτογραφικό κλικ, ετοιμάζαμε τα πράγματά μας για αναχώρηση. Από την προηγούμενη ημέρα, την Τετάρτη 5 Αυγούστου, υπήρχε ενημέρωση για επικίνδυνα καιρικά φαινόμενα, με την κακοκαιρία να την έχουν ονομάσει «ΘΑΛΕΙΑ». Αυτό μας όρισε και τον προορισμό μας για τις επόμενες ημέρες. Χαιρετήσαμε τον Κυρ Γιώργη με την οικογένειά του και μετά πήγαμε να αποχαιρετήσουμε και τα κορίτσια. Κατά τις 11:00βρισκόμασταν στην Μηλίνα για καφεδάκι και κάτι να τσιμπήσουμε. Συνεχίσαμε από τον περιφερειακό του Βόλου και λίγο πριν το Στεφανοβίκειο, στο Ριζόμυλο, κάναμε δεξιά για την λίμνη Κάρλα.

Η λίμνη αποξηράθηκε το 1962 επειδή προκαλούσε πλημμύρες στις γεωργικές καλλιέργειες ενώ ορισμένες βαλτώδεις εκτάσεις γύρω της προκαλούσαν την έντονη παρουσία εντόμων. Με τα χρόνια διαπιστώθηκε ότι οι επιπτώσεις στο οικοσύστημα της περιοχής ήταν μεγαλύτερες από το όφελος που προσέφερε η αποξήρανσή της. Στις μέρες μας γίνεται προσπάθεια για αναδημιουργία της λίμνης που θα έχει μέγεθος 38.000 στρέμματα όταν ολοκληρωθεί.

Προσπεράσαμε τη λίμνη και συνεχίσαμε για το χωριό Κανάλια για μια σύντομη στάση. Κάποια σύννεφα έκαναν την εμφάνισή τους, δεν είναι όμως από αυτά που μας ανησυχούν. Από τον τελικό μας προορισμό, τη Βελίκα, δεν απέχουμε πολύ, μόλις 60χλμ χαλαρής και απολαυστικής οδήγησης. Φτάνοντας στο ξενοδοχείο που είναι μερικά μέτρα μακριά από την παραλία της Βελίκας, τακτοποιούμαστε, αλλάζουμε και με μια μηχανή πάμε για καφεδάκι.

Αυτό που βλέπουμε μας στενοχωρεί. Τα μαγαζιά σχεδόν άδεια, μια – δυο παρέες στο καθένα. Επιλέξαμε ένα καφέ που δεν είχε καθόλου κόσμο. Μόνοι σαν το λεμόνι ήμασταν. Εκεί με το κινητό ανά χείρας βλέπουμε τι μπορούμε να κάνουμε στην περιοχή. Μέχρι να τελειώσει ο καφές, είχαμε τελειώσει και με το πρόγραμμα της Βελίκας. Συνεχίσαμε για το Κόκκινο Νερό έναν παραθαλάσσιο οικισμό στους πρόποδες του Κισσάβου στα ανατολικά παράλια της Λάρισας. Το όνομα "Κόκκινο Νερό" το έλαβε από την πηγή που αναβλύζει στην περιοχή.

Τα πετρώματα είναι κόκκινα και οφείλεται στα μεταλλικά στοιχεία και άλατα του νερού της πηγής. Θεωρείται ιαματικό, καθώς πίνετε επιτόπου και δεν εμφιαλώνεται.

Λίγο πιο πάνω υπάρχει και «ενεργειακό σημείο» στη θέση «Κολυμπήθρα». 




Το μάτι

Εκεί συναντήσαμε ένα ζευγάρι Πολωνών. Εμείς και αυτοί. Την περιοχή πάντως επισκέπτονται αρκετοί συμπατριώτες τους, μπορεί όχι φέτος, αλλά άλλες χρονιές οι παραλίες της Λάρισας είναι γεμάτες. Μερικά μέτρα ακόμα πιο πέρα βρίσκεται το γεφύρι της Παπαρίζαινας. 

Η επιγραφή που θα δείτε στη δεξιά πλευρά του γεφυριού γράφει 1.719 αλλά πιθανόν το γεφύρι είναι της οθωμανικής περιόδου. Έχει άνοιγμα τόξου 8,40 μέτρα και πλάτος 2,80 μέτρα. Το γεφύρι συνέδεε παλιά την Καρίτσα με το Κόκκινο Νερό. Πάνω στο γεφύρι έχουν φυτρώσει δέντρα, κυριολεκτικά όμως.

Επιστροφή στη Βελίκα. Το βράδυ επισκεφτήκαμε μια τοπική σουβλακερί. Η εικόνα τελείως διαφορετική με αυτό που είχαμε δει λίγες ώρες νωρίτερα. Αρκετός κόσμος, οι περισσότεροι οικογένειες με μικρά παιδιά, να βολτάρουν πάνω κάτω στην παραλία, παρά τον καιρό που έχει αρχίσει να χαλάει. Να μια νότα αισιοδοξίας. Την Βελίκα την επιλέξαμε γιατί σύμφωνα με το δελτίο καιρού που παρακολουθώ, η «ΘΑΛΕΙΑ» θα περιορίζονταν μέχρι και τον κάμπο της Λάρισας, ο Κίσσαβος έπαιξε το ρόλο του. Έτσι για την επόμενη ημέρα επιλέξαμε να κάνουμε πεζοπορία.

 

ΠΕΖΟΠΟΡΙΑ

    Έχουμε ξυπνήσει νωρίς με την απορία πως θα πάμε στη Μελιβοία (αρχή της πεζοπορικής μας διαδρομής, Μελιβοία - Βελίκα), αφού μέχρι εχτές το βράδυ δεν καταφέραμε να συλλέξουμε τις απαραίτητες πληροφορίες για την μέχρι εκεί μετακίνηση μας. Η Βελίκα δεν έχει ταξί. Μόνο αν το καλέσεις και έρθει από Αγιά, αλλά δε συμφέρει οικονομικά. Το προηγούμενο βράδυ είχαμε δει κάτι στάσεις του ΚΤΕΛ, αλλά δε μπορέσαμε να βρούμε κάποιο ενημερωμένο δρομολόγιο.

Αφού ετοιμαστήκαμε για την πεζοπορία φύγαμε με προορισμό ένα αρτοποιείο που είχαμε δει από την προηγούμενη. Εκεί, εκτός από τις τυρόπιτες, πήραμε και πληροφορίες για το λεωφορείο. “Σε 15 λεπτά θα περάσει” μας είπε. Η στάση είναι 3 λεπτά μακριά. Πάμε στη στάση, φοράμε τις μάσκες μας, έρχεται το λεωφορείο και πληρώνουμε 5,20€ για 2 άτομα μέχρι την Αγιά (18χλμ). Στη στάση που κάνει στην Αγιά, απέναντι υπάρχει πιάτσα ταξί. Μέχρι τη Μελιβοία δώσαμε άλλα 12€ (8χλμ) και να΄μαστε στην αρχή της αφετηρίας μας, μετά από μια ώρα και δέκα λεπτά από την αναχώρησή μας.

Αλιεύοντας πληροφορίες για την πεζοπορική διαδρομή στο διαδίκτυο, οι περισσότεροι πρότειναν ως αφετηρία τη Μελιβοία και αυτό γιατί υπάρχει υψομετρική διαφορά περίπου 400 μέτρων από τη Βελίκα. Έτσι λοιπόν βρεθήκαμε στην Μελιβοία. Απέναντι από τον Ναό της Αγίας Παρασκευής υπάρχει μια πράσινη σήμανση που γράφει «μονοπάτι», ακολουθείς την καλή σήμανση του μονοπατιού και σε λιγότερο από 8χλμ και τρεις ώρες έφτασες στην παραλία της Βελίκας μαζί με τις σχετικές στάσεις και φωτογραφίες.

Στην αρχή της διαδρομής και ενώ είμαστε ακόμα ανάμεσα από τα σπίτια, έχει απότομη κατωφέρεια.

Μετά όμως το τελευταίο σπίτι, η διαδρομή ομαλοποιείται και πηγαίνει έτσι μέχρι το τέλος. Η διαδρομή είναι παράλληλη με το ρέμα της Βελίκας και αρκετές φορές σε πηγαίνει δεξιά και αριστερά από τα ξύλινα γεφυράκια. Ανάμεσα στα πλατάνια, στις καρυδιές και στις καστανιές, υπάρχουν ξύλινα παγκάκια και τραπεζάκια που προσφέρονται για ξεκούραση και φαγητό. 





Πηγές υπάρχουν σε αρκετά σημεία της διαδρομής. Λίγο πριν το μέσο της διαδρομής υπάρχει μια σήμανση που σε οδηγεί σε ένα μικρό καταρράκτη που καταλήγει σε μια μικρή λίμνη.

Για να πας εκεί κατεβαίνεις μερικά σκαλιά, περνάς μέσα από ένα δέντρο και βρίσκεσαι πάνω από μια ακόμα γέφυρα, όπου στα αριστερά της το νερό δεν φαίνεται καθώς τρέχει υπογείως και εμφανίζεται ξανά από τα δεξιά σχηματίζοντας μια μικρή κολυμπήθρα και μετά πέφτει στο κενό δημιουργώντας τον καταρράκτη.


Αν δεν είναι αυτό παραμυθένιο, τότε τι είναι; Η όποια ανησυχία για βροχή χάθηκε καθώς κατά διαστήματα βλέπαμε τις ακτίνες του ήλιου να διαπερνούν τις πυκνές φυλλωσιές.


Τελικά αποδείχτηκε ο ιδανικότερος καιρός για την δραστηριότητά μας.

Με την επιστροφή μας στη Βελίκα πήγαμε κατευθείαν στο κατάλυμα για αποκατάσταση και χαλάρωση. Στη συνέχεια πήγαμε για καφεδάκι και προετοιμασία της επόμενης ημέρας. Η «ΘΑΛΕΙΑ» συνεχίζει ακόμη να ταλαιπωρεί την χώρα και είναι αυτή που μας ορίζει τους προορισμούς μας. Με τα μηχανάκια μας αυτή τη φορά πήγαμε στην Αγιά και στο γειτονικό Μεταξοχώρι. Το Μεταξοχώρι ήταν μια έκπληξη με πολλά νερά και αρχοντικά, με τα περισσότερα από αυτά να έχουν αφεθεί στη μοίρα τους. Περπατώντας στα σοκάκια συναντήσαμε και μιλήσαμε με ντόπιους και μη. Η επικοινωνία με τους ανθρώπους στην επαρχία είναι πάντα απλή και εύκολη, ακόμα και αν αυτοί που συναντάς είναι από μεγάλα αστικά κέντρα. Σε μια διασταύρωση στα βόρεια του χωριού υπάρχει ένα δέντρο που έχει φυτρώσει ανάμεσα από ένα βράχο. Λέγεται πως ο Κοσμάς ο Αιτωλός το 1765 ανέβηκε στο βράχο για να μιλήσει στον κόσμο. (Όσο γράφω για τον Κοσμά προσπαθώ να θυμηθώ που τον ξανασυνάντησα).

Το χωριό φημίζονταν για την υφαντουργία αλλά και τις βιοτεχνίες (κηροπλαστικής, κεραμοποιίας, καλαθοπλεκτικής, καπνοπαραγωγής και κατεργασίας βαμβακιού).Στις μέρες μας ασχολούνται αποκλειστικά με τη γη (φουντουκιές, κερασιές, μηλιές, αχλαδιές, ελιές, ροδάκινα, βύσσινα και σύκα). Η περιοχή γύρωτης Αγιάς παράγει περίπου το 20% των μήλων της χώρας. (Έλα το θυμήθηκα, ήταν στην Άνω Χώρα στην εκδρομή Τζουμέρκα – Ορεινή Ναυπακτία.

Στην πλατεία του χωριού υπάρχει το δημοτικό αναψυκτήριο, όπου καθίσαμε για ένα αναψυκτικό. Στο κάτω μέρος της πλατείας υπάρχει ένα αλεξίπτωτο απλωμένο!

Δυο σκυλιά που έπαιζαν είχαν τραβήξει την προσοχή όλων των παρευρισκόμενων και φυσικά τη δική μας.


Όταν πήραμε τον δρόμο της επιστροφής για Βελίκα, είχε σχεδόν βραδιάσει. Όπως και το προηγούμενο βράδυ, υπήρχε αρκετός κόσμος στην παραλία της Βελίκας. Πάμε για ύπνο στο ξενοδοχείο με την αγωνία του αυριανού καιρού, καθώς η πτώση της θερμοκρασίας έγινε αισθητή μαζί με κάποιες σταγόνες βροχής.

 

ΣΚΥΛΟΣ ΧΟΥΝΤΙΝΙ

    Ξυπνήσαμε από τα μπουμπουνητά που ακούσαμε αρκετά νωρίς το πρωί. Ανοίγω κινητό, δελτία καιρού και πάμε να δούμε τι γίνεται. Χμμμμ, είναι λίγο μπερδεμένα τα πράγματα. Έξω βρέχει. Για σήμερα θέλουμε να φτάσουμε στην Μεταμόρφωση, ένα χωριό μετά τη Νάουσα πηγαίνοντας για 3-5 Πηγάδια. Από εχτές το δελτίο καιρού δίνει ένα ανοιχτό «παράθυρο» που τα νότια όρια του είναι εκεί που βρισκόμαστε(Βελίκα), τα ανατολικά όρια να είναι η Θεσσαλονίκη, τα δυτικά είναι μεταξύ Κοζάνης – Βέροιας και τα βόρια όρια η Έδεσσα και αυτό μέχρι το μεσημέρι. Στην πραγματικότητα το «παράθυρο» δεν ήταν τόσο ανοιχτό, αλλά μας έφτανε.

Αφού φορτώσαμε τα μηχανάκια και φορέσαμε τα αδιάβροχα, αναχωρήσαμε στις 08:00. Το πρόγραμμα έχει να πάμε στα Αμπελάκια. Η διαδρομή που είχαμε αρχικά σχεδιάσει μέχρι τα Αμπελάκια ήταν από Στόμιο και Ομόλιο. Την αλλάξαμε όμως και πήγαμε από Αγιά, Λάρισα, Ευαγγελισμό. Καταλήξαμε σε αυτή την αλλαγή διότι οπτικά φαίνονταν η κακοκαιρία να βρίσκεται πάνω από το πρώτο δρομολόγιο, ενώ προς τα δυτικά (προς το δεύτερο δρομολόγιο) φαίνονταν να ανοίγει ο καιρός. Πριν ακόμα φτάσουμε Λάρισα, ξεπροβάλει ο ήλιος μέσα από τα πυκνά γκρι σύννεφα και  ένα ουράνιο τόξο είναι το σημάδι του «παραθύρου». Λίγο παρακάτω κάνουμε στάση για ανεφοδιασμό και βγάζουμε τα αδιάβροχα.

Πριν τις 09:00 κιόλας ο Κώστας που είναι φύλακας στο Αρχοντικό του Γεωργίου Μαύρου Σβάρτς στα Αμπελάκια, μας ξεναγούσε στους χώρους του.


Είναι ένα από τα σπουδαιότερα κοσμικά κτίρια του Ελλαδικού χώρου και αποτελείται από τρεις ορόφους, όπου υπάρχει η αίθουσα υποδοχής, τα υπνοδωμάτια και άλλοι βοηθητικοί χώροι.

Χρονολογείται στα 1787 και παρουσιάζει πλούσια διακόσμηση (ζωγραφική και ξυλόγλυπτη). Το Αρχοντικό άρχισε να κτίζεται το 1778 ως κατοικία του Προέδρου του Συνεταιρισμού των Αμπελακίων Γεωργίου Μαύρου Σβαρτς. Υπήρξε επίσης και η έδρα του Συνεταιρισμού αυτού, καθ' όλη τη διάρκεια της σαραντάχρονης και πλέον λειτουργίας του (1778-1820). Λέγεται επίσης πως ήταν και ο πρώτος συνεταιρισμός παγκοσμίως. Το 1965 αγοράστηκε από το Ελληνικό Κράτος και από τότε λειτουργεί ως επισκέψιμο μνημείο.


Μετά το αρχοντικό ήπιαμε καφεδάκι στην πλατεία στο “Παραδοσιακό Καφενείο Μύλος 1931”. Ο καιρός ακόμα βαστάει και έτσι αποφασίζουμε να πάμε από τον παλιό. Λίγο μετά τις 11:00 αναχωρούμε και φτάνοντας στα Τέμπη, μια πινακίδα μας ενημερώνει πως η γέφυρα του Πηνειού είναι κλειστή και μας αναγκάζει σε υποχρεωτική αναστροφή στον κυκλικό κόμβο. Λίγο παρακάτω μια δεύτερη πινακίδα μας ενημέρωνε πως για κατεύθυνση προς Θεσσαλονίκη έπρεπε να πάμε από το Α/Κ Ευαγγελισμού. Πλευρικά διόδια 0,80€ και για πρώτη φορά διέσχιζα τα Τέμπη από τα τούνελ.

Στο ύψος της Κατερίνης, εγκαταλείπουμε την Εθνική και από τον παλιό συνεχίσαμε για Βέροια και από εκεί για Νάουσα. Σε όλη τη διαδρομή κινούμασταν εντός ορίων του «παραθύρου» και ορισμένες φορές μπορούσαμε να βλέπουμε τα βαριά σύννεφα στον ορίζοντα. Η Μεταμόρφωση βρίσκεται μετά τη Νάουσα και παίρνεις το δρόμο για το χιονοδρομικό 3-5 Πηγάδια για να φτάσεις. Μετά από 7 χλμ περίπου από τη Νάουσα υπάρχει διασταύρωση και σήμανση για Μεταμόρφωση, από εκεί είναι άλλα 7χλμ περίπου. Η διάρκεια της διαδρομής από Νάουσα είναι περίπου μισή ώρα. Πλησιάζοντας τη Μεταμόρφωση βλέπουμε πως κοντεύουμε να φτάσουμε το άνω όριο του «παραθύρου». Άραγε θα προλάβουμε, σκέφτηκα.

5 χλμ ακόμα… η διαδρομή μετά την διασταύρωση στριφτερή, αλλά εμένα τα μάτια μου είναι μια στο δρόμο, μια στα εναπομείναντα χιλιόμετρα και μια στον ουρανό.

4 χλμ… σταγόνα είναι αυτό στη ζελατίνα; Ουπς και άλλη... Κάνω νόημα στην Άντζελα που ακολουθεί από κοντά να ανεβάσουμε ρυθμό.

3 χλμ… γειά σου «ΘΑΛΕΙΑ». Τρία χιλιόμετρα ακόμα, τρία.

Μη έχοντας που να κρυφτούμε, στα τελευταία τρία χιλιόμετρα γίναμε μούσκεμα. Στην είσοδο του χωριού σταματά η άσφαλτος και δίνει τη θέση της στο χώμα και σε κάποια κακοστρωμένα κομμάτια από τσιμέντο. Αφήσαμε το Tracer εκεί στην είσοδο, κάτω από ένα δέντρο. Το κατάλυμα «Αρχοντικό Αγκωνάρι» είναι 500 μέτρα μακριά με θέα προς το χωριό. Συνεχίσαμε με το Beverly, μέχρι που ο δρόμος έγινε ανηφορικός με νεροφαγώματα. Από εκείνο το σημείο η Άντζελα συνέχισε με τα πόδια. Φτάνοντας στο κατάλυμα αφήνω το σκούτερ και η Άντζελα πάει στο δωμάτιο να αλλάξει. Επιστρέφω στην είσοδο του χωριού με τα πόδια για να πάρω το Tracer. Στο σημείο με τα νεροφαγώματα μια πέτρα χτυπάει την ποδιά, ανοίγω γκάζι και συνεχίζω την πορεία μου. Η πέτρα είχε τσαλακώσει την ποδιά. Κάτι μου θύμισε αυτό, το ταξίδι στην Ήπειροευτυχώς όχι με την ίδια κατάληξη. “Που πας ρε αγόρι μου με αυτό;!Μια – δυο, δε μαθαίνεις;”, ακούγεται να λέει ο λογικός μου εαυτός. Αφού πρώτα του ψέλλισε μερικά γαλλικά, απαντά το άλλο μισό “Αν σε άκουγα τώρα θα ήμασταν σπίτι. Κοιμήσου!”

Το δωμάτιο μέσα είναι χειμερινά στρωμένο και όχι άδικα.

Η Μεταμόρφωση βρίσκεται στα 950 μέτρα υψόμετρο και μείναμε εκεί δύο ημέρες.

Μετά την αποκατάσταση πήγαμε για φαγητό στο εστιατόριο του καταλύματος και έπειτα για ξεκούραση. Από το μπαλκόνι του δωματίου ρίχνουμε μια τελευταία ματιά στο βροχερό και καταπράσινο χωριό, προτού πέσουμε για ύπνο.

Μέσα στον ύπνο μου ακούω στο βάθος, στο πολύ βάθος όμως, μια φωνή. Σιγά – σιγά και όσο ξυπνάω, ξεχωρίζω πως η φωνή είναι γυναικεία και ελάχιστα μετά καταλαβαίνω και τι λέει. “ Μιλού, Μιλού” και αμέσως μετά ακούω ένα “τικ, τικ…..τικ” να πηγαίνει πέρα δώθε. Ανοίγω τα μάτια και κοιτάζω το ταβάνι, συνεχίζω να ακούω το “τικ, τικ…..τικ, το οποίο συνειδητοποιώ πως είναι μέσα στο δωμάτιο. Κοιτάζω δεξιά και βλέπω ένα λευκό σκυλάκι μέσα στο δωμάτιο. Είναι η Μιλού και στο κάλεσμα της φωνής πήγαινε πάνω – κάτω με τα νυχάκια της να κάνουν το “τικ, τικ….. τικ”. Μα καλά πως μπήκε μέσα; Το σκυλί Χουντίνι είναι; Η γυναικεία φωνή που το καλούσε ακούγονταν από την μεριά του μπαλκονιού, έτσι πάω προς το μπαλκόνι ακολουθούμενος από τη Μιλού. Ανοίγοντας την μπαλκονόπορτα διαπιστώνω πως δεν ήταν ασφαλισμένη, απλά έκλεισε πίσω μας όταν μπήκαμε στο δωμάτιο και αυτό επειδή είχε μια μικρή κλίση η πόρτα.

Οι ιδιοκτήτες της Μιλού μένουν ακριβώς δίπλα και προφανώς μπερδεύτηκε και ήρθε στη δική μας μεριά, έσπρωξε την μπαλκονόπορτα και καθώς δεν την είχαμε ασφαλίσει άνοιξε και το σκυλί μπήκε μέσα. Όταν κατάλαβε ότι είχε κάνει λάθος, ήταν πια αργά, καθώς η πόρτα που είχε ανοίξει έκλεινε αθόρυβα πίσω του. Αφού η Μιλού επέστρεψε στα οικία της πρόσωπα, γνωριστήκαμε και με την οικογένεια δίπλα. Το βράδυ βρεθήκαμε στο εστιατόριο του αρχοντικού και κάναμε διάφορες συζητήσεις, με τα κοινά μας σημεία να εστιάζονται περισσότερο στο κομμάτι του ταξιδιού.

 

ΔΑΣΙΚΟΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΟΣ ΓΟΥΡΟΥΝΟΣΟΒΟ

    Η «ΘΑΛΕΙΑ» βρίσκεται στα τελευταία της. Κατά την ώρα του πρωινού, ο ήλιος παίζει κρυφτούλι με τα σύννεφα και ο κύριος Κώστας, πατέρας του Σταμάτη (ιδιοκτήτης), να μας διηγείται την ιστορία του δάσους της Νάουσας. Την περιοχή την γνωρίζω λόγω της επαγγελματικής μου ιδιότητας, αλλά πάντα υπάρχει κάτι νέο να μάθεις. Πάντα.

Ο δήμος Νάουσας, διαθέτει το μεγαλύτερο δημοτικό δάσος σε όλη τη χώρα (περίπου 71.000 στρέμματα). Η περιοχή δεν είχε υλοτομηθεί ποτέ συστηματικά πριν το 1910, όταν οι Βρετανοί με την Millars Timber and Trading Company Ltdμίσθωσαν το δάσος Κανέλλη από τους Τούρκους μπέηδες για 20 χρόνια (1904 – 1924) και ξεκίνησαν την υλοτομία. Το 1910 Γάλλοι κατασκεύασαν τις σιδηροδρομικές γραμμές στενού εύρους, γνωστό ως «Ντεκωβίλ» (Decauville) όπως ήταν η άλλη του ονομασία, για λογαριασμό της Αγγλικής εταιρίας. Το ατμοκίνητο τρενάκι έσερνε τα βαγονέτα με τους κορμούς της οξιάς μέχρι τη θέση Γουρουνόσοβο, όπου η ξυλεία τεμαχιζόταν από τα νεροπρίονα για να ξεκινήσει το εναέριο της ταξίδι μέχρι τα Λευκάδια με ένα είδους τελεφερίκ. Από εκεί, μεταφέρονταν με το τρένο στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και έπειτα με καράβι ως τη Μέση Ανατολή και τη Σαουδική Αραβία.

Αυτό θα κάναμε σήμερα, πεζοπορία στις γραμμές του «Ντεκωβίλ» ή καλύτερα εκεί που κάποτε ήταν οι γραμμές. Η σιδηροδρομική γραμμή δεν υπάρχει πια, ούτε βαγονέτα, ούτε γέφυρες, αφού μετά το 1921, οπότε αποχώρησε η βρετανική εταιρεία από την περιοχή. Ο δήμος της Νάουσας δεν συμφώνησε στο τίμημα για την παραχώρηση δικτύου και εξοπλισμού. Έτσι η Βρετανική εταιρεία ξήλωσε τα πάντα και τα πήρε μαζί της φεύγοντας από το δάσος.

Από το χωριό κατευθυνθήκαμε προς την εκκλησία Μεταμόρφωση Σωτήρος. Μέχρι να φτάσουμε  συναντήσαμε πολλές ηλεκτρικές συσκευές και  όχι μόνο, να έχουν πεταχτεί στο δάσος. Αυτά μόνο ντόπιοι μπορεί να τα έχουν κάνει. Με τέτοιου είδους ενέργειες, δείχνουν παντελή έλλειψη σεβασμού στην ίδια τους την ύπαρξη.


Μετά την εκκλησία υπάρχουν πινακίδες που ενημερώνουν τον επισκέπτη για τα μαγειρεία και τα ραφεία των ανταρτών.

Η ιστορία του τόπου δεν περιορίζεται μόνο στο τρένο. Εκεί κάτω στις βάθρες υπάρχουν πολλά κρυμμένα μυστικά (μαγειρεία, ραφεία, κτλ). Ανηφορίζοντας για να βγούμε εκεί που κάποτε υπήρχαν οι γραμμές, συναντήσαμε αρχές νέων μονοπατιών που ήταν ακόμα στη διαδικασία του καθαρισμού και της σήμανσης, κάτι που μας είπε και ο υπεύθυνος του εγχειρήματος, που συναντήσαμε κατά την επιστροφή μας στο χωριό.

Παντού νερά και μικροί καταρράκτες.

Μετά από λίγο βρεθήκαμε σε ένα δασικό χωματόδρομο. Τίποτα δε μαρτυρά ότι κάποτε περνούσε από εκεί το «Ντεκωβίλ», παρά μόνο ίσως το επίπεδο του δρόμου. Συνεχίσαμε παρακάτω, μέχρι που φτάσαμε στην θέση γαλαρία, ένα μικρό τούνελ που διέσχιζε το τρένο.

Αυτό και κάποιες τσιμεντένιες βάσεις του τελεφερίκ στο Γουρουνόσοβο ίσως να είναι οι μοναδικές μαρτυρίες για τις δραστηριότητες που έλαβαν χώρα στο δάσος. Μερικά απαραίτητα φωτογραφικά στιγμιότυπα και επιστροφή για να δούμε τον καταρράκτη Μεταμόρφωσης, που βρίσκεται από την πάνω πλευρά της εκκλησίας που είχαμε επισκεφτεί νωρίτερα.


Μπροστά από τον καταρράκτη, κάποτε υπήρχε η γέφυρα του τρένου, την οποία κατέστρεψαν όμως οι Γερμανοί.

Με την επιστροφή μας στο ξενοδοχείο, αλλάξαμε, πήραμε το σκούτερ και ανεβήκαμε προς το χιονοδρομικό 3-5 Πηγάδια. Όσο πλησιάζαμε έριχνε που και που καμιά ψιχάλα, τίποτα όμως το ανησυχητικό. Έχω να κάνω αυτό τον δρόμο πάνω από 15 χρόνια. Η κατάσταση τολμώ να πω πως είναι χειρότερη από τότε, ειδικά δε στο χώρο παρκινγκ του χιονοδρομικού. Δεν υπήρχε ψυχή. Κατηφορίσαμε για το πάρκο του Αγίου Νικολάου στη Νάουσα.

Το ωραιότερο πάρκο κατά τη γνώμη μου.

Μετά κατηφορίσαμε ακόμη λίγο μέχρι το δημοτικό πάρκο της πόλης όπου ήπιαμε το καφεδάκι μας και σχεδιάσαμε λίγο πολύ τις επόμενες ημέρες. Καταλήξαμε στα βουνά της Πίνδου με βάση το Κοσμάτι, λίγο έξω από τα Γρεβενά. Όσο και αν ψάξαμε δεν βρήκαμε κάποιο δωμάτιο στα καλύμματα που βρίσκονται πιο βαθιά στην Πίνδο και υπήρχε λόγος γι’αυτό, που το μάθαμε και το είδαμε όταν πήγαμε εκεί.

Στις 19:00 ήμασταν πίσω στο ξενοδοχείο. Απολαύσαμε το δείπνο μας συνοδεία τοπικού οίνου. Η περιοχή της Νάουσας φημίζεται για τα κρασιά της.

ΓΕΦΥΡΕΣ, ΦΡΑΓΜΑΤΑ, ΑΝΑΣΤΡΟΦΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΑΜΨΗ

    Τα χιλιόμετρα που είχαμε να καλύψουμε την επόμενη ημέρα ήταν περίπου 250. Δεν υπήρχε λόγος για βιασύνες και έτσι φύγαμε από την Μεταμόρφωση κατά τις 10:00. Μέχρι να φτάσουμε στο Κοσμάτι βάλαμε και κάνα δυο σημεία για να έχει ενδιαφέρον η διαδρομή. Ο καιρός είναι αυτός που πρέπει να είναι για Αύγουστο μήνα.

Κατηφορίζουμε προς Νάουσα, περνάμε Βέροια και ανεβαίνουμε Καστανιές. Στην Παναγιά Σουμελά κάναμε μια σύντομη στάση, αρκετός ο κόσμος μιας και είναι Κυριακή. Συνεχίσαμε για Πολύμυλο με σκοπό να πάμε στα Μπουχάρια. Την τεχνητή λίμνη Πολυφύτου αποφασίσαμε να την περάσουμε από την νότια γέφυρα και από εκεί να πάμε Μπουχάρια. Τελικά η γέφυρα ήταν κλειστή, επειδή γινόντουσαν επισκευές. Αναστροφή λοιπόν και συνεχίσαμε για το φράγμα του Ιλαρίωνα όπου στη βάση του φράγματος υπάρχει η Μονή Αγίας Τριάδας Ιλαρίωνος. Δυστυχώς ούτε από εκεί μπορέσαμε να περάσουμε απέναντι γιατί η ΔΕΗ είχε κλείσει το πέρασμα. Αφήσαμε τα Μπουχάρια για μια άλλη φορά, κάναμε ξανά αναστροφή και συνεχίσαμε προς Χρώμιοκαι από εκεί στρίψαμε για Ποντινή. Μερικά μέτρα αφού στρίψαμε έχει μια γέφυρα. Μάλλον είχε, είναι το πιο σωστό να γράψω. Κάναμε την παράκαμψη που περνάει μέσα από το ρέμα και συνεχίσαμε για Παλαιοχώρι, Παναγιά και Μονή Άγιου Νικάνορος. Από την Παναγιά και μετά πηγαίνουμε παράλληλα με τον Αλιάκμονα ποταμό.


Από κάποιο σημείο και ύστερα, φαίνεται η Μονή Νικάνορος που κτισμένη πάνω από τον ποταμό. Η τοποθεσία είναι πανέμορφη. Θυμίζει μπορώ να πω και λίγο από φιόρδ. Φτάνοντας στη Μονή βλέπουμε την πόρτα κλειστή. Δεν υπάρχει άνθρωπος.

Αναστροφή και πάμε από τον ίδιο δρόμο που ήρθαμε μέχρι την Παναγιά. Κάπου στο μέσο της διαδρομής υπάρχει η Μονή Τουρνικίου στη νέα της θέση από το Σεπτέμβριο του 2011. Ναι, η Μονή δεν ήταν πάντα εκεί που τη βλέπουμε σήμερα.



Η 260 τόνων βάρους διώροφη εκκλησία με τα δυο ιερά, μεταφέρθηκε 127 μέτρα με 24%ανωφέρεια, κάπου στα 30 μέτρα πιο ψηλά, για να μην κατακλυσθεί από τα νερά της τεχνητής λίμνης του υδροηλεκτρικού φράγματος Ιλαρίωνα που θα κατέκλυζε την περιοχή το 2012.Το κόστος της μεταφοράς ήταν 850,000€ και το ανέλαβε η ΔΕΗ.

Από Παναγιά συνεχίσαμε προς Παλιουριά, Δήμητρα, Καρπερό και περί τις 18:00 βρισκόμασταν στο Κοσμάτι.

Αργά το απόγευμα επισκεφτήκαμε τα Γρεβενά, γνωστή και ως «Πόλη των Μανιταριών» από το Νοέμβριο 2007. Καθίσαμε μέχρι αργά, μελετώντας την επόμενη ημέρα.


ΠΟΡΤΙΤΣΑ, ΔΟΤΣΙΚΟ, ΑΝΙΤΣΑ, ΣΑΜΑΡΙΝΑ

    Με το Beverlyκαι το σακίδιο φορτωμένο με τα απαραίτητα για τις δραστηριότητες της ημέρας, ξεκινήσαμε για το χωριό Σπήλαιο.  Από το χωριό ξεκινά ένα μικρό κατηφορικό λιθόστρωτο μονοπάτι, μήκους 1600 μέτρων και διάρκειας μισής ώρας περίπου, για το γεφύρι της Πορτίτσας και τη είσοδο στο ομώνυμο φαράγγι.

Η διαδρομή δεν είναι δύσκολη ως προς την διατήρηση της πορείας μέχρι το γεφύρι, παρόλα αυτά κατά μήκος της διαδρομής υπάρχει σήμανση.

Από την αρχή  κιόλας της πεζοπορίας φαίνεται ο Βενέτικος ποταμός που περνά κάτω από το γεφύρι και διασχίζει το φαράγγι. Φτάνοντας στο γεφύρι περνάμε απέναντι στη νότια όχθη του ποταμού, βγάζω παπούτσια σηκώνω μπατζάκια και ευθεία για την είσοδο του φαραγγιού.


Αν πάλι δεν σας αρέσει το περπάτημα υπάρχει δρόμος από το χωριό μέχρι και τη γέφυρα.  Μια πληροφορία που μας δόθηκε ήταν πως  πρόσφατα έχουν ρίξει άσφαλτο, που ξεκινά όμως λίγο μετά το χωριό.

Το φαράγγι περπατιέται με τη στάθμη του νερού που βρήκαμε, αλλά δεν ήμασταν εξοπλισμένοι κατάλληλα για την συγκεκριμένη δραστηριότητα. Στην επιστροφή κάναμε 45 λεπτά, πάντα χαλαρά και χωρίς βιασύνες.

Αφού ανεβήκαμε στο χωριό και ήπιαμε το καφεδάκι μας, ένας ντόπιος μπάρμπας μας προτείνει να πάμε στο ύψωμα ακριβώς πάνω από το χωριό και να δούμε τη θέα.

Τέτοιες συμβουλές τις ακολουθείς. Δεν κάναμε 300 μέτρα και βρεθήκαμε σε ένα κιόσκι με παγκάκια, που πιο πάνω βρίσκεται το τριγωνομετρικό σημείο του στρατού, απ΄όπου έχεις θέα και στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.

Συνεχίσαμε για Δοτσικό με μια σύντομη στάση στο εκκλησάκι του Αγίου Αθανασίου 5χλμ νωρίτερα.

Φτάνοντας στο χωριό καθίσαμε στο ουζερί – ψησταριά «ο Πλάτανος». 

Το Δοτσικό είναι ένα γραφικό χωριό, τολμώ να πω το πιο ωραίο στο νομό Γρεβενών, και αυτό που το χαρακτηρίζει είναι το πέτρινο γεφύρι που βρίσκεται μέσα στο χωριό και ενώνει τις όχθες του Δοτσικιώτη ποταμού, που «πέφτει» στον Βενέτικο.

Δίπλα στο γεφύρι περνάει ο δρόμος μέσα από το ποτάμι, αλλά τα τελευταία χρόνια έχουν φτιάξει οδική γέφυρα για τα τροχοφόρα λίγο παρακάτω. Εμείς πάντως περάσαμε μέσα από το ποτάμι, έτσι για να δώσουμε μια νότα adventure, έστω και με σκούτερ.

Ένα άλλο που έμαθα είναι ότι ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος έκανε γυρίσματα στο Δοτσικό για την ταινία «Μεγαλέξανδρος» το 1979!

Στους δρόμους που κινούμαστε δεν συναντάμε ψυχή. Αφήνουμε πίσω το Δοτσικό και ανηφορίζουμε με κατεύθυνση τη Σαμαρίνα μέχρι να συναντήσουμε μια διασταύρωση με τέσσερις κατευθύνσεις. Η μία είναι αυτή που ήρθαμε από Δοτσικό, αυτή στα αριστερά σε πάει στους Φιλιππαίους, η δεξιά σε πάει Σαμαρίνα και μια ακόμα δεξιότερα που σε πάει στο μνημείο της Ανίτσας. Εκεί θέλουμε να πάμε πριν την Σαμαρίνα.

Το μνημείο Ανίτσα βρίσκεται σε υψόμετρο 1728 μέτρων. Σε αυτό το σημείο η επίλεκτη Τρίτη Μεραρχία Αλπινιστών «Τζούλια» επιχείρησε να διεισδύσει στην Πίνδο. Μια Ελληνική μικρή στρατιωτική μονάδα στελεχωμένη κυρίως από άνδρες των γειτονικών χωριών, όχι μόνο απέκρουσε την επίθεση, αλλά υποχρέωσε τους Ιταλούς να υποχωρήσουν άτακτα προς την περιοχή της Κόνιτσας.

Το ελληνικό Γενικό Στρατηγείο περίμενε την Ιταλική επίθεση στη Δυτική Μακεδονία να εκδηλωθεί στον άξονα Κορυτσά – Καστοριά – Φλώρινα -Θεσσαλονίκη και είχε υποβαθμίσει το δύσβατο ορεινό όγκο της βόρειας Πίνδου (Σμόλικας – Γράμμος). Γι’ αυτό αιφνιδιάστηκε από τη δυναμική επέμβαση της επίλεκτης Τρίτης Μεραρχίας Αλπινιστών «Τζούλια». Στην πραγματικότητα ήταν η πρώτη νίκη κατά του Άξονα, προκαλώντας την έκπληξη και το θαυμασμό όλου του κόσμου περισσότερο όμως έδωσε ελπίδα. «Η μεγαλοσύνη στα έθνη δεν μετριέται με το στρέμμα, με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και το αίμα» είπε ο Κωστής Παλαμάς.

Επιστρέψαμε στην διασταύρωση και συνεχίσαμε για Σαμαρίνα. Ο δρόμος βρίσκεται σε κακή κατάσταση, με πολλές καθιζήσεις. Στο μέσο περίπου της διαδρομής βλέπω στον καθρέφτη τρεις μηχανές να πλησιάζουν. Όταν πλησίασαν αρκετά,  έκανα κίνηση στα δεξιά να με προσπεράσουν. Πράγματι με προσπέρασαν και κανείς δε χαιρέτησε. Λες επειδή ήμασταν με το σκούτερ και αυτοί είχαν… ξέρετε... ή μήπως και τα δύο;

Μπαίνοντας Σαμαρίνα, το υψηλότερο χωριό στην Ελλάδα στα 1450 μέτρα, βλέπουμε πολλές γυναίκες με μαντήλες. Απορήσαμε. Δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία. Ήταν πρόσφυγες και μετανάστες που διέμεναν στα τοπικά καταλύματα. Η πλατεία του χωριού είναι όλο ταβέρνες και πνιγμένη στα τραπεζοκαθίσματα. Μαγαζιά που πουλάνε τοπικά προϊόντα και γκλίτσες. Φοβερά τουριστικό περιβάλλον. Στην πλατεία πετύχαμε και του μοτοσικλετιστές που μας προσπέρασαν, τους χαιρετίσαμε και ανταποκρίθηκαν. Μέχρι εκεί.

Από Σαμαρίνα ξεκινά και η επιστροφή μας προς το ξενοδοχείο. Ήταν λίγο πριν τις 19:00. Από το δρόμο βλέπαμε τα άλογα. Τι ομορφιά!

Πριν τους Φιλιππαίους υπάρχει η εγκαταλελειμμένη κατασκήνωση Κουρούνας Φιλιππαίων που επισκεφτήκαμε για μερικές φωτογραφίες.



Στους δρόμους των Φιλιππαίων, ίδια εικόνα με τη Σαμαρίνα. Μετανάστες και πρόσφυγες περπατούσαν δεξιά και αριστερά του δρόμου. Το ίδιο και σε κάποια χωριά παρακάτω.

Επιστρέφοντας για το ξενοδοχείο σταματήσαμε σε ένα εστιατόριο, το Venetico. Εκεί βρίσκεται ο ιδιοκτήτης του καταλύματος που μένουμε και μαθαίνουμε ότι το Veneticoτου ανήκει. Κάναμε κουβέντα για την περιοχή και τους μετανάστες - πρόσφυγες. Τρία με τέσσερα χωριά δεν έχουν μετανάστεςστα καταλύματα εντός του δρυμού, κάτι που μας επιβεβαίωσε και το Κέντρο Πληροφοριών Βόρειας Πίνδου στους Μαυραναίους.

Όμως, κάτι μου θύμιζε το Venetico. Ναι, είχα σταματήσει ξανά στη χειμερινή μοτοεκδρομή του 2017, με τον Γιάννη και τον Σωτήρη, πηγαίνοντας για Πάδες.

 

WELLBEBACK

    Φεύγοντας από το Κοσμάτι, επισκεφτήκαμε το Κέντρο Πληροφοριών Βόρειας Πίνδου στους Μαυραναίους.«Μα καλά τώρα πήγατε;», θα πει κάποιος και σωστά θα το πει. Μόλις χτες το είδαμε πηγαίνοντας να φουλάρουμε. Την περιοχή έχουμε σκοπό να την επισκεφτούμε ξανά, γι’αυτό μαζεύουμε πληροφορίες. Το ξέρετε ότι η περιοχή μαζεύει γεωλόγους και διάφορους άλλους επιστήμονες, καθώς διαθέτει μοναδική γεωλογική κληρονομιά; Εμείς, σίγουρα όχι. Την επόμενη φορά λοιπόν.

            Μετά την ενημέρωση αναχωρήσαμε για Κόνιτσα από Σμίξη, Δίστρατο, Πάδες. Στα τοπικά νέα είχαμε διαβάσει για αρκούδες που έκαναν την εμφάνισή τους σε αυλές σπιτιών στο Δίστρατο. Λες;

Στη Σμίξη κάναμε μια στάση για καφεδάκι στην πλατεία του χωριού. Το χωριό είναι χτισμένο αμφιθεατρικά και είναι μεγάλο για τα δεδομένα της περιοχής, με αρκετά ξενοδοχεία λόγω γειτνίασης του με το χιονοδρομικό της Βασιλίτσας. Η πλατεία είχε αρκετό κόσμο και είναι ένα από τα χωριά που δεν έχουν μετανάστες και πρόσφυγες, μετά από αγώνα όπως μας είπαν οι κάτοικοι. Αυτό που καταλάβαμε μετά από την κουβέντα που είχαμε με τους ντόπιους από τα χωριά, είναι πως οι πρόσφυγες και μετανάστες στα περισσότερα χωριά είναι δεκαπλάσιοι σε αριθμό από τους μόνιμους κατοίκους τον χειμώνα. Βέβαια εδώ υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος και αυτή είναι οι ιδιοκτήτες των ξενοδοχείων, όπου φιλοξενούνται αυτοί οι άνθρωποι. Αν δεν ήταν τόσο εμφανές ή έντονο αυτό που είδαμε, δεν θα αναφερόμουν καν. Μας έκανε εντύπωση ο αριθμός των μεταναστών και προσφύγων που είδαμε σε αυτές τις ορεινές περιοχές. Αποτελεί μια πραγματικότητα και ένα γεγονός που συναντήσαμε και καταγράψαμε στο ημερολόγιο του ταξιδιού μας.

Στις Πάδες κάναμε στάση για φαγητό στο Ξενώνα Munti Smolikas.Ο Έκτωρας (ο σκύλος μασκότ του ξενώνα) έχει γίνει πραγματικά θηρίο από την τελευταία φορά που τον είχα δει. Στον ξενώνα υπήρχε αρκετός κόσμος καθώς υπήρχαν και αυτοί που είχαν κατασκηνώσει απέξω. Με τη μουσική που έπαιζε μια παρέα λίγο παραδίπλα, απολαύσαμε το φαγητό και την παγωμένη μπύρα.



Η συνέχεια της διαδρομής προς Κόνιτσα είναι το λιγότερο επιβλητική. Δεξιά μας βρίσκεται ο Σμόλικας, στα αριστερά η Τύμφη και η χαράδρα του Αωού. Στην Κόνιτσα φτάσαμε στις 15:30 περίπου. Το βράδυ ανεβήκαμε μια βόλτα στην πόλη, αλλά δεν καθίσαμε πολύ, γιατί για την επόμενη μέρα είχαμε κανονίσει πεζοπορία.

 

ΚΑΡΜΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ

    Σηκωθήκαμε νωρίς, φορτώσαμε το Beverly και ξεκινήσαμε για Βίκο. Λίγο πριν το χωριό έχεις θέα προς το φιδίσιο δρόμο που πηγαίνει Πάπιγκο.

Το μονοπάτι ξεκινά από την είσοδο του χωριού και είναι η αρχή για διάφορους προορισμούς. Εμείς επιλέξαμε να πάμε μέχρι τις πηγές του Βοϊδομάτη 1 ½ χιλιόμετρα περίπου.


Για την κατάβαση μας πήρε 50 λεπτά μαζί με τις φωτογραφίες. Κοντά στις πηγές βρίσκεται ένα μικρό εκκλησάκι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Παναγίας.

Για την επιστροφή χρειαστήκαμε μία ώρα και δέκα λεπτά.

Στη συνέχεια επισκεφτήκαμε τη Μονή Μολυβδοσκέπαστου,που βρίσκεται μια ανάσα από τα σύνορα της Αλβανίας. Στη Μονή γίνονταν προετοιμασίες ενόψει του Δεκαπενταύγουστου.



Καθώς είχε μεσημεριάσει και πεινούσαμε αρκετά, πήγαμε για φαγητό στο Μπουραζάνι, στην ψησταριά «Πανωραία» που είχαμε δει καθοδόν για τη Μονή.

Από το σημείο αυτό και ύστερα, η εκδρομή μας έχει συνέχεια… σε προορισμό που θέλαμε να πάμε από πέρυσι, αλλά δεν ‘έκατσε’. Δεν είχαν περάσει τρία λεπτά από την ώρα που καθίσαμε και ερχόντουσαν οι παγωμένες μπύρες και ακούω θόρυβο από μοτοκσικλέτες που κόβουν ταχύτητα. Λέω στην Άντζελα “Αυτοί ή για τη Μονή πάνε ή έρχονται εδώ για φαγητό”. Πράγματι λοιπόν,  αφού στρίψανε, ο χαρακτηριστικός ήχος των μπόξερ μοτέρ δεν αφήνει καμιά αμφιβολία. Είναι τρίαGS. Μόλις βρέθηκαν στο οπτικό μου πεδίο, αναγνώρισα τη μια από αυτές, όχι μόνο από την ίδια τη μοτοσυκλέτα, αλλά και από το σουλούπι του αναβάτη της. Σηκώνομαι από την καρέκλα και κατευθύνομαι προς το παρκινγκ του μαγαζιού όπου είχαν εισέλθει τα GS. Μέσα από την ανοιχτή ζελατίνα, μπόρεσα να διακρίνω τα γυαλιά του και κάποια χαρακτηριστικά του προσώπου του ώστε να βεβαιωθώ ότι ήταν αυτός, προτού φωνάξω το όνομα του. “Μάκη. Τι κάνεις ρε συ εδώ;” Κόκκαλο ο Μάκης, που προφανώς είχε την ίδια απορία όταν με είδε. Καθίσαμε όλοι μαζί σε ένα τραπέζι και φάγαμε παρέα. Τα άλλα δύο άτομα ήταν ο Κώστας από την Λαμία και ο Γιώργος από την Αθήνα, όπως και ο Μάκης. Αφού είπαμε τα κλασικά και τυπικά, που ήσασταν, τι κάνατε κτλ, έρχεται η επόμενη συνήθης ερώτηση “Που θα πάτε μετά;”. Λέμε στον Μάκη πως έχουμε σκοπό να πάμε Παξούς (το είχα καημό από τα πέρυσι),  για μια μονοήμερη βόλτα με βάρκα. Εδώ να σημειώσω πως εδώ και δυο με τρεις μέρες συζητούσαμε με τη Άντζελα για τους Παξούς και πως θα το ταιριάξουμε.

Ο Μάκης λέει πως η συνάντηση είναι καρμική, γιατί την επόμενη ημέρα θα πήγαινε και αυτός στους Παξούς. Ο Μάκης κατάγεται από εκεί και έχει το πατρικό του το οποίο συνήθως νοικιάζει, αλλά λόγω των συνθηκών (βλέπε κορωνοϊός), δεν το είχε προς ενοικίαση φέτος. Έτσι λοιπόν, μας προσκάλεσε να περάσουμε τις επόμενες μέρες στο σπίτι του. Δίνουμε ραντεβού για την επόμενη ημέρα στις 08:00 σε ένα σημείο που θέλω να ξεχάσω: αυτό που  μου έκοψε το κάρτερ από το Tracer, στο βενζινάδικο της Shellστην Κόνιτσα.

Σκεφτόμουν πως αυτά δεν γίνονται. Να όμως που γίνονται. Από πέρυσι ήθελα να πάω και τώρα όσο πλησιάζαμε στο Ιόνιο, μου ξαναγεννήθηκε η επιθυμία για Παξούς. Δεν εξηγείται αλλιώς. Ο Μάκης έχει δίκιο. Η συνάντηση είναι καρμική.

 

ΠΑΞΟΙ

    Ακριβώς στις 08:00 αναχωρήσαμε για Ηγουμενίτσα, όπου φτάσαμε λίγο πριν τις 10:00. Έχουμε κάνει τα μεγαλύτερα νησιά στο Ιόνιο, αλλά είναι η πρώτη μας φορά στους Παξούς. Όταν φτάσαμε στο νησί, ο Μάκης μας οδήγησε στο σπίτι του στο Λόγγο. Ο Λόγγος είναι ένα φυσικό λιμάνι που προσελκύει αρκετούς «σκαφάτους» και γενικότερα έχει τουρισμό από Ιταλία μεριά.

Λόγγος

Λόγγος by night

Μετά την τακτοποίηση στο σπίτι, πήγαμε για μπάνιο στην παραλία «Κλονί Γουλί» ή «Ελιά» που το λένε και οι ντόπιοι. Έπειτα, επειδή το νησί είναι ακριβό, πήγαμε στο Γάιο, την πρωτεύουσα του νησιού για τα απαραίτητα ψώνια των επόμενων ημερών. Τις επόμενες ημέρες ο Μάκης με την Άντζελα έκαναν εναλλάξ τους μάγειρες. Τι έκανα εγώ; Μα φυσικά τον κριτή. Για την ιστορία, πέρασα και τους δύο στον τελικό.

Κάθε μέρα ο Μάκης μας πήγαινε για μπάνιο και σε διαφορετική παραλία, έτσι την επόμενη ημέρα πήγαμε για μπάνιο στο «Κηπιάδη». Η μέρα πέρασε στην παραλία, στο Λόγγο και στο σπίτι.

Το επόμενο πρωί ξεκινήσαμε για την παραλία «Μονοδένδρι», αλλά το σετ ομπρέλα και ξαπλώστρα είχε 10€ χωρίς τον καφέ. Ευχαριστούμε, δε θα πάρουμε. Τα κουβαδάκια μας, τα μηχανάκια μας και σε άλλη παραλία. Έτσι καταλήξαμε στην «Κακή Λαγκάδα». Με την Άντζελα το απόγευμα πήγαμε στο Γάιο να γνωρίσουμε εκ τον έσω την «Χώρα» του νησιού.





Στις 20:00 είχαμε ραντεβού με τον Μάκη, ώστε να μας πάει να δούμε το ηλιοβασίλεμα στη θέση «Σπήλαιο Υπαπαντής». Εκεί γνωρίσαμε ένα ζευγάρι Ελβετών. Δεν ξέρω αν γιόρταζαν κάτι, αλλά είχαν μαζί τους κρασί, δύο ποτηράκια και ξηρούς καρπούς. Τους τραβήξαμε μερικές φωτογραφίες και τους τις στείλαμε με e-mail.



Η παραλία της επόμενης μέρας, βρίσκεται στην δυτική πλευρά του νησιού και ονομάζεται «Ερημήτης». Πλησιάζοντας την παραλία από ψηλά, βλέπει κανείς όλες τις αποχρώσεις του μπλε, που γίνονται ακόμα πιο έντονες όταν η ματιά σου πέφτει στους λευκούς κάθετους γκρεμούς.


Στην επιστροφή για το σπίτι σταματήσαμε με την Άντζελα στο Γάιο για να βγάλουμε τα εισιτήρια επιστροφής, κάτι που θα έπρεπε να είχαμε κάνει από την πρώτη μέρα που φτάσαμε. Δυστυχώς δεν υπήρχαν διαθέσιμα εισιτήρια για την επόμενη και έτσι μπήκαμε σε λίστα αναμονής. Το πρωί της επομένης μας είπε να καλέσουμε στο γραφείο.

Το βράδια καθόμασταν στο σαλόνι παρέα με κρασάκι και ώρες συζήτησης, για προσωπικές στιγμές, επιθυμίες, όνειρα και φυσικά για ταξίδια. Ευχάριστες και χαλαρές στιγμές.

Το πρωί πράγματι κάλεσα το γραφείο και μου είπε να περάσω για την παραλαβή. Πήγαμε για τα εισιτήρια και μετά για καφεδάκι. Ο Μάκης ήρθε μετά από λίγο στον καφέ και τα λέγαμε χαλαρά. Αυτό που μας έκανε να είμαστε χαλαροί ήταν ότι νομίζαμε πως το πλοίο θα αναχωρούσε στις 15:00.  Για κάποιο λόγο, ανοίγω στο κινητό την εφαρμογή της MarineTraffic και βλέπω πως το πλοίο είναι αρκετά κοντά στο λιμάνι. Κοιτάζω τα εισιτήρια και βλέπω αναχώρηση 14:00. Η ώρα είναι 12:35, δεν έχουμε ετοιμάσει τίποτα από τα πράγματα και τα μηχανάκια δεν μπορούν να προσεγγίσουν το σπίτι (στενά σοκάκια για πεζούς μόνο). Ευτυχώς είμαστε μόνο 6 χλμ μακριά. Ξεκινάει ένας αγώνας με το χρόνο.  Φεύγοντας για Λόγγο βλέπουμε το πλοίο να μπαίνει στο λιμάνι. Σε μισή ώρα μέσα έχουμε ετοιμάσει τα πράγματα και στις 13:40 είμαστε πίσω στο λιμάνι όπου γίνεται ο κακός χαμός. Σκέτη ταλαιπωρία. Στην Ηγουμενίτσα φτάσαμε στις 16:20, συνεχίσαμε για Άρτα από τον παραλιακό δρόμο και από εκεί μπήκαμε στην Εθνική οδό. Άφιξη στην Αθήνα και τέλος εκδρομής στις 22:10.

Το διάρκειας 16 ημερών ταξίδι μας περιείχε δραστηριότητες, γνωριμίες, οδήγηση σε όμορφους τόπους της χώρας μας και ιστορίες που μας διηγήθηκαν οι ντόπιοι. Όσο ταξιδεύεις λοιπόν, μαθαίνεις, παραφράζοντας το «όσο ζεις μαθαίνεις».

Καλούς δρόμους!

 

 

(Επιπλέον πληροφορίες)

Αγία Κυριακή

Το κατάλυμα στην Αγία Κυριακή το βρήκαμε από την Λίλα που διατηρεί και αυτή ξενώνα (Αγία Κυριακή, Παραδοσιακός Ξενώνας), επειδή όμως δεν είχε κάτι διαθέσιμο μας έδωσε το τηλέφωνο της Λένας 6907534176. Δεν σας κρύβω ότι πολύ μου άρεσε αυτή η μεταξύ τους αλληλοεξυπηρέτηση και ήταν κάτι που έκανε και η Λένα για εμάς όπως διαβάσατε και πιο πάνω. Όταν επικοινώνησα με την Λένα για πρώτη φορά της είπα που να στείλω κάποια προκαταβολή και μου απαντάει “Ο λόγος είναι συμβόλαιο, ούτε προκαταβολή, ούτε τίποτα”. Της παλιάς κοπής χαρακτήρας σκέφτηκα.

 Παλαιό Τρίκερι – Θαλάσσιο ταξί

            Για να πάτε στο Παλαιό Τρίκερι, φτάνετε μέχρι τον Αλογόπορο και από εκεί υπάρχουν θαλάσσια ταξί να σας πάνε απέναντι στο οικισμό του νησιού ή σε κάποια παραλία του. Οι τιμές έχουν σχέση με το πόσα άτομα θα είναι. Εμείς για παράδειγμα, στο πήγαινε που είχε και άλλους, πληρώσαμε 5€ για 2 άτομα και στην επιστροφή10€, επειδή είχε μόνο εμάς. Όταν τον καλέσαμε, ήρθε αμέσως. Στο νησί δεν έχει σήμα ούτε η WIND και ούτε και η VODAFONE, μπορείτε όμως να τηλεφωνήσετε από τις ψαροταβέρνες. Αυτό τουλάχιστον κάναμε εμείς.

Επίσης, σε ερώτηση που έκανα αν εξυπηρετούν από απέναντι (Πτελεό, Αχίλλειο, Πηγάδι κτλ) για να πάνε στο νησί, μου είπαν πως το κάνουν μετά από σχετική συνεννόηση.

Τρίμης Ανέστης: 6973410908 και 6980803900

Σαρακατσάνος Ευάγγελος: 6980515111 και 6972276853.

 Μονή Ευαγγελίστριας

            Για να διανυκτερεύσετε στη Μονή πρέπει να επικοινωνήσετε στο 2423055207. Εμείς, αν θυμάμαι καλά, μιλήσαμε με την Κα Μαρία, επιστάτρια της Μονής. Το κόστος της διαμονής είναι 10€ το δίκλινο και πρέπει να έχετε μαζί σας σεντόνια, μαξιλάρι και μαξιλαροθήκη. Αν η συνέχεια του ταξιδιού σας περιλαμβάνει διανυκτέρευση στο ύπαιθρο, τότε ένας υπνόσακος φτάνει. Καλό θα ήταν να έχετε μαζί σας αντικουνουπικό, αμμωνία, και κάτι για ψεκάσετε για τυχόν έντομα μέσα στο δωμάτιο, καθώς και κάποιο απολυμαντικό για την τουαλέτα. Υπάρχουν κοινόχρηστες τουαλέτες και λουτρά, με τη ροή του νερού να δυσκολεύει την όποια διαδικασία. Αν επιθυμείτε να διανυκτερεύσετε εκτός μονής, υπάρχουν στο νησί 2-3 καταλύματα.

 Αμπελάκια  - ΑρχοντικόΓεωργίου Μαύρου Σβάρτς

Από τα Τέμπη ακολουθείτε τη σήμανση για Αμπελάκια. Εννέα σερί «πέταλα» θα σας δώσουν γρήγορα υψομετρική διαφορά και τη δυνατότητα να δείτε από ψηλά την είσοδο στην κοιλάδα των Τεμπών. Τα Αμπελάκια είναι παραδοσιακός οικισμός του νομού Λάρισας, χτισμένα στις βορειοδυτικές πλαγιές του όρους Όσσα. Το χωριό φημίζεται για τα σπουδαία αρχοντικά του καθώς γνώρισε πολύ μεγάλη οικονομική ανάπτυξη κατά το παρελθόν, χάρη στην επεξεργασία και την βαφή νημάτων με κόκκινο χρώμα που παρήγαγαν από την επεξεργασία του φυτού ριζάρι. Ο πληθυσμός τους σύμφωνα με την απογραφή του 2001 είναι 434 κάτοικοι.

Η είσοδος έχει 3€ το άτομο. Αν είστε τυχεροί, όπως εμείς, και δεν έχει κόσμο, ίσως ο φύλακας μπορέσει να σας κάνει μια μικρή ξενάγηση. Ο Κώστας (φύλακας) είναι ευχάριστος και τον ευχαριστούμε για τις πληροφορίες, γιατί καλό είναι το διαδίκτυο, η τοπική όμως λαλιά έχει «χρώμα».

Ημέρες και ώρες λειτουργίας: Καθημερινά εκτός Τρίτης και από 08:30 έως 15:30.

Τηλέφωνο: 24950 93302.

 Μεταμόρφωση  - Αρχοντικό Αγκωνάρι

    Την κράτηση την κάναμε τηλεφωνικώς. Ο Σταμάτης, ένας ευγενικός νέος, είναι ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου και παράλληλα ο μάγειρας. Τα φαγητά και το κρασί ήταν υπέροχα. Πολύ ευχαρίστως θα πήγαινα ξανά.

Τηλέφωνο: 23320 44588και 6937481603

Δασικός Σιδηρόδρομος Γουρουνόσοβο

https://de.wikipedia.org/wiki/Waldbahn_von_Gourn%C3%B3sovo

https://esquire.com.gr/lifestyle/taxidia-xenodoxeia/11095/apo-to-bermio-sti-mesi-anatoli-sta-ixni-tou-trenou-decauville

Ψάχνοντας για πληροφορίες είδα πως υπάρχουν και αλλού

https://faretra.info/2018/05/24/100-chronia-ntekovil-1918-2018-to-perifimo-trenaki-ton-lignitoricheion-moschopotamou-pierias/

Μονή Τουρνικίου

    Ανήκει στο υπουργείο Πολιτισμού και έχει 3€ είσοδο. Η μετακίνηση της Μονής έγινε από το συνεργείο του Δημητρίου Κορρέ, που έχει κάνει παρόμοια έργα.

 Πορτίτσα - Σπήλαιο

    Το μονοπάτι συνεχίζει και μετά το γεφύρι. Η σήμανση σε ενημερώνει για το υψόμετρο, την απόσταση και το χρόνο που απομένει και τις συντεταγμένες του σημείουΓια όποιον δεν θέλει να κάνει το μονοπάτι, υπάρχει η εναλλακτική του δρόμου. Έχει άσφαλτο και πρέπει να έχει πέσει σχετικά πρόσφατα. Αργότερα μάθαμε ότι η άσφαλτος δεν ξεκινά μέσα από το χωριό άλλα πιο μετά!

Σημείο θέας από Σπήλαιο:40.003361, 21.286038 (GoogleMaps)

 Ανίτσα: 40.094441, 21.091219 (GoogleMaps)

 Συμβουλή

    Καλό θα ήταν πριν μπείτε στην καρδιά της Πίνδου να έχετε γεμάτα τα ντεπόζιτά σας. Το βενζινάδικο στουςΜαυραναίους δεν λειτουργεί.

Μονοπάτι Βίκου

    Από αυτό το σημείο ξεκινά του μονοπάτι από το χωριό Βίκος. 39.950292, 20.707032 (GoogleMaps). Στην είσοδο του μονοπατιού υπάρχει σήμανση και για τα άλλα μονοπάτια. Από εδώ μπορεί κανείς να φτάσει στο Μονονδένδρι διασχίζοντας το Φαράγγι του Βίκου, στο Πάπγικο ή στις πηγές του Βοϊδομάτη.

 Παξοί

    Έχει ένα δρομολόγιο την ημέρα από Ηγουμενίτσα.

Αναχώρηση από Ηγουμενίτσα στις 11:00.

Αναχώρηση από Παξούς στις 14:00 τελικά.

Το κόστος μια μονής διαδρομής, με 2 άτομα και 2 μηχανές ήταν 45,60€.

 

Θέα ηλιοβασιλέματος:39.218058, 20.136515 (GoogleMaps)

           



Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια